Ανάσταση.
Τα βεγγαλικά με θόρυβο πολύ,
τάραζαν τη σκυλίσια του ψυχή.
Εχθρικά πυρά ή δήλωση πολεμικής
ιαχής, που τον καλούσε στη νέα του
ζωή!
Εκεί έξω, πέρα από τους χαμηλούς
τοίχους ενός ξερικού κήπου, που
μέχρι τώρα δεν είχε το κουράγιο να
πηδήξει.
Επιθυμία πολύ.
Μα κουράγιο λίγο;
Όχι!
Δεν ήταν έτσι.
Λάθος πεποίθηση!
Αυτός, ο φύλακας των πυλών να
λιποψυχεί;
Τόσους προστάτευσε άφοβα.
Τόσους φρόντισε ακούραστα.
Σε τόσους γρύλισε άγρια και σε
τόσους άλλους τρυφερά.
Και τώρα τί;
Μόνος στον ξερικό κήπο, αφημένος
από τους αγαπημένους, ξεχασμένος
από τη ζωή να παρατηρεί τον χαμηλό
τοίχο και να μην κάνει το σάλτο;
Σάλτο βίβερε και όχι μορτάλε!
Τρέχα να σωθείς, η ζωή σε καλεί…
Η συνέχεια επί του πιεστηρίου της ζωής,
Μικρά μου!