Δεκαπέντε χρόνια πριν, ψάχνοντας και τρέχοντας τελευταία στιγμή για να βρούμε δώρα για τα παιδιά, για τα ανίψια, για τους συντρόφους, για τα αδέρφια, θα μ’ έπαιρνε η αδερφή μου τηλέφωνο και θα μου έλεγε, πάρε και μια ρόμπα βρε παιδί μου για τη γιαγιά και της έλεγα κι εγώ, οκ και παντόφλες για τον παππού;
Η μέρα λίγο πιο ήσυχη. Μικρή διακοπή στα deadlines; Απαραίτητος πάντα εκείνος ο πελάτης που θα δώσει εκείνη τη μέρα το brief ώστε να πει μετά σας τα είχα πει από πέρυσι...
Mε την ανάγκη των καταστημάτων για περισσότερη διάρκεια αυτών των «στιγμών», με τη δικαιολογία «να το χαρούν περισσότερο τα μικρά παιδιά» την προ Χριστουγέννων περίοδο και με λίγη υπερβολή, γίνεται πανικός.
Σκέψεις που θα άκουγα - αν μπορούσαν οι σκέψεις να ακουστούν - σε ένα τραπέζι, στο σπίτι των γονιών μου, με καλεσμένους παιδιά, εγγόνια και λίγους ακόμα συγγενείς και φίλους.