Η οδήγηση στο κέντρο της Αθήνας έχει πλέον ταυτιστεί με την ταλαιπωρία, τον εκνευρισμό και ένα καθημερινό τεστ για γερά νεύρα. Μέσα σε αυτό το χαοτικό τοπίο, οι πεζόδρομοι προσφέρουν μια μικρή ανάσα, μια στιγμιαία αίσθηση ηρεμίας. Ελάχιστοι, όμως – ίσως και κανένας – δεν μπορούν να συγκριθούν με τη μαγεία της Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Ένας δρόμος που ξεκινά από τη λεωφόρο Αμαλίας, απέναντι από την Πύλη του Αδριανού, και διασχίζει σιωπηλά την καρδιά της αρχαίας και σύγχρονης πόλης. Περίπου 800 μέτρα που συνδυάζουν την Ιστορία, την αρχιτεκτονική και τον αθηναϊκό αέρα, με την Ακρόπολη να δεσπόζει πάντα στο πλάι.
Η Διονυσίου Αρεοπαγίτου, διαφορετική από τη σημερινή της μορφή, υπήρχε από τα αρχαία χρόνια μέχρι τον 5ο μ.Χ. αιώνα, ως περιφερειακή οδός της νότιας πλευράς της Ακρόπολης. Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο “Μακρυγιάννη – Ακρόπολη” της Μάρως Βουγιούκα και του Βασίλη Μεγαρίδη: “Η οδός αυτή ήταν συνέχεια της οδού Τριπόδων, έφτανε στο ύψος του Θεάτρου του Διονύσου, περνούσε εμπρός από το Ωδείο του Περικλέους και το Ιερό του Διονυσίου του Ελευθερέως, προχωρούσε κατά μήκος της στοάς του Ευμένους, περνούσε μπροστά από το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού και κατόπιν διχαζόταν προς την είσοδο της Ακροπόλεως και προς τον Κεραμεικό, ακολουθώντας περίπου την ίδια πορεία με την σημερινή οδό (πεζόδρομο) Αποστόλου Παύλου“.



Με την πάροδο του χρόνου ο δρόμος εξαφανίστηκε κάτω από το χώμα και διανοίχθηκε το 1857, με πρωτοβουλία της Βασίλισσας Αμαλίας, η οποία κάλυψε το κόστος των 30.000 δρχ. από το προσωπικό της ταμείο.
Το 1884 η οδός έλαβε το σημερινό της όνομα και αυτό παραπέμπει στον Αθηναίο βουλευτή Διονύσιο, ο οποίος μαζί με την σύζυγό του Δάμαρι, ασπάστηκαν από τους πρώτους τον χριστιανισμό, κατά την επίσκεψη του Αποστόλου Παύλου στην Αθήνα, το 50μ.Χ. Ο Διονύσιος, διετέλεσε Επίσκοπος της πόλης των Αθηνών και ανακηρύχθηκε άγιος μετά τον μαρτυρικό του θάνατο, δια πυράς, επί αυτοκρατορίας Δομιτιανού. Είναι ο πολιούχος της πόλης και προστάτης των δικαστικών και η μνήμη του γιορτάζεται στις 3 Οκτωβρίου.
Η Διονυσίου Αρεοπαγίτου ήταν κάποτε χωμάτινη, αργότερα ασφαλτοστρώθηκε και φιλοξένησε γραμμή του τραμ. Πριν την πεζοδρόμηση, η περιοχή γύρω από το Ηρώδειο ήταν γεμάτη ταβερνάκια, μπυραρίες και σεπαρέ, αγαπημένα στέκια ποιητών και καλλιτεχνών. Από τους μόνιμους θαμώνες του καφενείου “Παρθενών”, ο Γεώργιος Δροσίνης, ο οποίος, όπως έγραφε, “ποτέ καφενείο του κόσμου, κι’ από τα φημισμένα, δεν μπορούσε να δώση σε πελάτες του τέτοια θέα!” Και όπως ο ίδιος ομολογεί, πολλά από τα ποιήματά του “εγεννήθηκαν στην Ακρόπολη τα χρόνια εκείνα και τα περισσότερα εγράφθηκαν στο Καφενεδάκι“.
Το 1955, η οδός επανασχεδιάστηκε και ο χώρος αναμορφώθηκε από τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη. Πριν την πεζοδρόμηση του 2003, ο δρόμος υπήρξε χώρος εκδηλώσεων, όπως η παρέλαση του καρνάβαλου και η εκκίνηση του ετήσιου Ράλλυ “Ακρόπολη”. Έκτοτε, έχει μετατραπεί σ’ έναν ειδυλλιακό χώρο περιπάτου.


Σήμερα, ο πεζόδρομος συνδυάζει την αιώνια εικόνα της Ακρόπολης με ένα αστικό τοπίο εξαιρετικής αρχιτεκτονικής. Στην αρχή της διαδρομής η προτομή της Μελίνας Μερκούρη, υποδέχεται σαν περήφανη “οικοδέσποινα” τον κόσμο, μια και η πεζοδρόμηση μαζί με την ενοποίηση των γύρω αρχαιολογικών χώρων ήταν δική της πρόταση και επιθυμία. Λίγο πιο πάνω το άγαλμα του στρατηγού Ιωάννη Μακρυγιάννη, στον οποίο οφείλει το όνομά της η ομώνυμη συνοικία, – η κατοικία του βρισκόταν στην γωνία των οδών Μακρυγιάννη & Αθανασίου Διάκου – και στη συνέχεια το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, μοντέρνο και επιβλητικό.
Σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία της οδού είναι το κτίριο Βάιλερ με τα βυζαντινά και νεοκλασικά στοιχεία. Χτισμένο το 1836 ως στρατιωτικό νοσοκομείο, έγινε έδρα του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη και βρέθηκε στην καρδιά των Δεκεμβριανών του 1944. Στον περίβολό του βρίσκεται το μικρό εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου με μαρμάρινη πλάκα αφιερωμένη στους πεσόντες, ενώ λίγο πιο πέρα ανακαλύπτει κανείς και το εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων, καλυμμένο με κισσό.


Καθώς ανηφορίζουμε, αφήνοντας πίσω μας το Μουσείο της Ακρόπολης, αναδύονται μπροστά μας καλοδιατηρημένα και κομψά κτίρια, καθένα με τη δική του ιστορία και προσωπικότητα. Πρώτη ξεχωρίζει η επονομαζόμενη «Μικρή Πολυκατοικία» του Βασιλείου Κουρεμένου – ένα μικρό αρχιτεκτονικό διαμάντι, στολισμένο με τις δύο γυναικείες ανάγλυφες μαρμάρινες “καρυάτιδες” της εισόδου – και τα ψηφιδωτά του Στέφανου Ξενόπουλου, αδελφού του γνωστού συγγραφέα Γρηγόρη. Αμέσως δίπλα, το παλιό αρχοντικό του συνθέτη Βαγγέλη Παπαθανασίου αποπνέει μια αύρα μουσικής μνήμης.
Η περιήγηση συνεχίζεται με την Πρεσβεία της Ισπανίας, ένα νεοκλασικό κτίσμα που φέρει την υπογραφή του Ερνέστου Τσίλλερ, ενώ δίπλα, η οικία της γλύπτριας Λουκίας Γεωργαντή. Δεν αργεί να φανεί η τριώροφη πολυκατοικία όπου έζησε για χρόνια ο καθηγητής, ακαδημαϊκός και πρώην πρωθυπουργός Ξενοφών Ζολώτας, μαζί με τη σύζυγό του, Λόλα. Ξεχωρίζει στο ισόγειο το εμβληματικό γλυπτό “Περικεφαλαία”, έργο του Θόδωρου, που προσδίδει μια σχεδόν θεατρική διάσταση στον χώρο.
Προχωρώντας, περνάμε μπροστά από την κατοικία του Λεονάρδου Δραγώνα, με την αναγνωρίσιμη και πολυφωτογραφημένη είσοδό της και λίγο πιο πάνω η διαδρομή μας διασταυρώνεται με το παλιό, προπολεμικό αρχοντικό της οικογένειας Μαντούβαλου, προτού καταλήξουμε στη Λέσχη του 8ου Συστήματος Προσκόπων – ένα από τα αρχαιότερα και πιο ιστορικά στον ελληνικό προσκοπισμό.
Δίπλα ακριβώς, σαν ήσυχο καταφύγιο, βρίσκεται η μικρή εκκλησία της Αγίας Σοφίας, υπό την αιγίδα του Ιδρύματος Φροντίδας Ηλικιωμένων “Μερόπειον”. Το Ίδρυμα στεγάζεται σε ένα καλαίσθητο διώροφο νεοκλασικό του 1920, το οποίο υψώνεται πάνω σε οικόπεδο που προσφέρθηκε ευγενικά από τον Π. Θεοδωρόπουλο και τον Γ. Κυριακό.
Ανασκαφές έχουν αποκαλύψει το αποτύπωμα της οικίας του Πρόκλου, ρωμαϊκά ερείπια και δεξαμενές, ενώ στην πλαγιά της νότιας κλιτύς της Ακρόπολης δεσπόζει το χορηγικό μνημείο του Θρασύλλου, που μετατράπηκε σε εκκλησία κατά τα βυζαντινά χρόνια.



Μέχρι πριν λίγες δεκαετίες, στη συμβολή των οδών Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Ροβέρτου Γκάλλι, μπροστά από το Ηρώδειο, στεγαζόταν το σπίτι και ατελιέ του Κωνσταντίνου Παρθένη, ενός από τους κορυφαίους ζωγράφους του 20ού αιώνα. Το μοντέρνο κτίσμα, σε στυλ Bauhaus, χτίστηκε το 1925 σε σχέδια του Δ. Πικιώνη. Όταν αποφασίστηκε η απαλλοτρίωση του οικοπέδου, ο Παρθένης αντέδρασε έντονα, φτάνοντας στο σημείο να απειλήσει με αυτοπυρπόληση. Το σπίτι κατεδαφίστηκε τελικά το 1967, μετά τον θάνατό του.
Σήμερα, ο πεζόδρομος της Διονυσίου Αρεοπαγίτου δεν είναι απλώς μία διαδρομή. Είναι μια σκηνή: οι μουσικοί του δρόμου, οι παραστάσεις στο Ηρώδειο, οι τουρίστες, οι περιπατητές, οι κάτοικοι – όλοι συνυπάρχουν σε ένα σκηνικό μοναδικό, με ήχους, χρώματα και φως. Η Διονυσίου Αρεοπαγίτου δεν οδηγεί μόνο στο Θησείο ή στον Φιλοπάππου. Οδηγεί κατευθείαν στην ψυχή της πόλης.
*Το άρθρο έχει δημοσιευθεί στην Αthens Voice, στις 18 Οκτωβρίου του 2020.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Βουγιούκα Μάρω, Μεγαρίτης Βασίλης, Μακρυγιάννη – Ακρόπολη, Εκδόσεις ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ, Αθήνα 2007
- Γιοχάλας Θανάης, Καφετζάκη Τόνια, ΑΘΗΝΑ. Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και την λογοτεχνία. Εκδόσεις: ΒΙΒΛΙΟΛΠΩΛΕΙΟ ΤΗΣ “ΕΣΤΙΑΣ”, Αθήνα, 2013.
- Καιροφύλας, Γιάννης, Οι ‘Ερωτες των Αθηναίων, Εκδόσεις ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ, Αθήνα, 1994.
- Παπακώστας Γιάννης, Φιλολογικά Σαλόνια και καφενεία της Αθήνας, Εκδόσεις Πατάκης, Αθήνα, 2204.