Νύχτα ασημένια κάλυπτε τα αρχαία ερείπια, εκείνον τον Ιούνη του ’10.
Ο ουρανός σκούρος με μικρές φωτεινές οπές παντού, σαν πέπλο κεντημένο, σκόρπιζε ένα εξωπραγματικό φως στα κτίσματα της πόλης του Tadmor, τη φοινίκια πόλη.
Η όαση της κεντρικής Συρίας με απόσταση μόλις 220 χιλιόμετρα από τη Δαμασκό και με το ελληνικό όνομα Παλμύρα, συγκινούσε τη Φελίσιτι, αυτή τη δροσερή βραδιά.
Καθώς περπατούσε ανάμεσα στα αρχαία σκεφτόταν το λόγο που την έφερε εδώ. Είχε ζήσει έως τώρα μια δύσκολη, περιορισμένη ζωή στο Ντέβον της Αγγλίας, ούσα νοσοκόμα στο δημόσιο νοσοκομείο και σύζυγος από νεαρή ηλικία, του Άρτσι, του δύστροπου φαρμακεμπόρου της περιοχής.
Η Φελίσιτι όμως ήταν αισιόδοξο και ανήσυχο πνεύμα και από νωρίς την ταλάνιζε το ερώτημα του νοήματος της ζωής. Ένα «γιατί;» σκάλωνε στο κεφάλι της και βασάνιζε συχνά, όλο και συχνότερα, τις νύχτες της.
Ο τίτλος «Εκπαιδευμένος στην αδυναμία», ακόμη και τώρα της προκαλούσε ανατριχίλα. Θυμάται εκείνο το πρωινό, στο κομοδίνο του ασθενούς του δωματίου 211, που νοσηλευόταν για «μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο», το βιβλίο με τον τίτλο αυτό και την επιγραμματική ανάλυση στο οπισθόφυλλό του για την ευημερία και τη θετική στάση ζωής. Πώς κάποια πράγματα αλλάζουν μια ζωή!
«Ένα λεπτό μετά
και όλα άλλα
και όλα διαφορετικά
Τί κάνει ένα λεπτό
σε μια ολόκληρη ζωή,
αλήθεια!» είχε διαβάσει, στην πρόσφατα μεταφρασμένη στ΄ αγγλικά, ποιητική συλλογή μιας Ελληνίδας συγγραφέως.
Όλα τα σημάδια ήταν εκεί, μπροστά της. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να τα παρατηρήσει, να τα μεταφράσει και να τα αξιολογήσει.
Στη Φελίσιτι δεν πήρε τόσο χρόνο όσο νόμιζε για να βγει από την «εκπαιδευμένη αδυναμία» και να περάσει από την ψυχική επιβάρυνση στην υγεία και την ευζωία.
Το επόμενο διάστημα κύλησε με κινηματογραφική ταχύτητα. Παραιτήθηκε από το νοσοκομείο, ζήτησε διαζύγιο, τακτοποίησε τα οικονομικά της θέματα και ξεκίνησε. Ξεκίνησε να ζει!
Ο ήχος ήπιου καλπασμού αλόγου, την έβγαλε από τις αναμνήσεις της. Οι κάτοικοι μα και οι τουρίστες συνήθιζαν να ιππεύουν άλογα και να κυκλοφορούν ανάμεσα στα ερείπια τη νύκτα, κάτι που της είχε προτείνει ο ρεσεψιονίστ από την πρώτη μέρα που έφτασε στο «Zenobia».
Τί ξενοδοχείο θρύλος και αυτό! Ενός αιώνα! Χτισμένο το περισσότερο με υλικά από τα αρχαία χαλάσματα και διακοσμημένο με το στυλ των αρχών του προηγούμενου αιώνα, είχε φιλοξενήσει σημαντικές προσωπικότητες. «Ζηνοβία», όπως η βασίλισσα Ζηνοβία, η «Κλεοπάτρα της Συρίας», που επί ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η φιλόδοξη επεκτατική της πολιτική απελευθέρωσε τη Συρία κι αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτειρα. Η απάντηση όμως των Ρωμαίων και του Αυρηλιανού ήταν άμεση και η Ζηνοβία κατατροπώθηκε, η Παλμύρα ισοπεδώθηκε και η βασίλισσα οδηγήθηκε αλυσοδεμένη με χρυσές αλυσίδες στη Ρώμη το 274 μ.Χ.
Ο ήχος του καλπασμού έφερε τη Φελίσιτι πάλι στο τώρα και η όψη του καβαλάρη την εντυπωσίασε μα και την ξένισε. Ιδιαίτερα ψηλός πάνω στο καφέ αραβικό άλογο, ντυμένος στα λευκά, φαινόταν πολύ επιβλητικός μα και ήρεμος. Καθώς εκινείτο ανάμεσα στις κιονοστοιχίες, το φεγγαρόφωτο έλουσε το πρόσωπό του και κάτι της θύμισε. Όμως τί;
Η εικόνα ήρθε σα πυγολαμπίδα να φωτίσει το ερώτημα. Ήταν ο άνδρας που περιέθαλψε το τραύμα του νεαρού αγοριού στη Via Recta στη Δαμασκό εκείνο το πρωί!
Παρασυρμένη από τον ενθουσιασμό η Φελίσιτι είχε αποφασίσει εκείνο το πρωινό να περπατήσει όλη την Ευθεία Οδό στα χνάρια του Αποστόλου Παύλου. Ο ήλιος είχε ήδη κάνει την εμφάνισή του και –αν και πρωί- η μέρα προμηνυόταν ζεστή. Ο δρόμος ήταν υπό κατασκευή και τα ρωμαϊκού τύπου παβέ ήταν μισοτοποθετημένα στην οδό κι άλλα σε σωρούς. Στο βάθος, βλέπει τη σκηνή. Το νεαρό αγόρι σκοντάφτει, σωριάζεται, το λευκοντυμένο άντρα να τρέχει, να το σηκώνει, να το εξετάζει, να ανοίγει την τσάντα του και με περισσή φροντίδα να περιποιείται το τραύμα. «Νοσοκόμος, γιατρός;» αναρωτήθηκε η Φελίσιτι καθώς παρατήρησε τις επαγγελματικές του κινήσεις. Μα, αυτό που τη συγκίνησε ήταν η τρυφερότητα με την οποία ο μελαχρινός άντρας του χαμογέλασε και άπλωσε το χέρι του καθησυχαστικά στον ώμο του αγοριού. Ένα χέρι δίχρωμο. Γρήγορα απομακρύνθηκε από τη σκηνή, αποσύροντας το βλέμμα της, από φόβο να μη φανεί αγενής, σα μια περίεργη τουρίστρια που περιεργάζεται τους άλλους.
Ο ιππέας ήταν τώρα σχεδόν δίπλα της. Στο χλωμό άσπρο φως της νύκτας φαινόταν το προφίλ του και τα σφιγμένα χαρακτηριστικά του. Ήταν φανερό πως κάτι τάραζε τη σκέψη του.
«Μα τί κάνω;» αναρωτήθηκε η Φελίσιτι. «Περιεργάζομαι κι αναλύω έναν άγνωστο άντρα;» Η αναρώτησή της την έβαλε σε σκέψεις, μα αποφάσισε να τις αφήσει πίσω και να συγκεντρωθεί ξανά στο λόγο που περιδιάβαινε τα αρχαία μνημεία μέσα στη νύκτα.
Δυο μέρες μετά, εκείνο το ζεστό πρωί της Πέμπτης, η Φελίσιτι αποφασίζει να επισκεφθεί το νεώτερο κομμάτι της κωμόπολης, δίπλα από το δάσος των κιόνων που είχε περάσει τις προηγούμενές της μέρες.
Η πάλαι ποτέ Βενετία της Άμμου, δεν αναγνωριζόταν πια στα στενά δρομάκια και τα σουκς του νέου κομματιού. Απλά, φτωχά κτίσματα στη μέση της συριακής ερήμου, δήλωναν σπίτια ή μαγαζάκια. Ένα μεγαλύτερο κτίσμα δέσποζε στην άκρη της αλάνας που έμοιαζε με πλατεία και κίνησε το ενδιαφέρον της Φελίσιτι. Η κινητικότητα του κόσμου έξω στον αύλειο χώρο του, ήταν μεγάλη και ιδίως παιδιών.
Πλησιάζοντας, παρατηρεί με ενδιαφέρον τις στημένες τέντες, τα τραπέζια, τα λευκά κουτιά με τους κόκκινους σταυρούς και τους λευκοντυμένους άντρες και γυναίκες των «Γιατρών της Γης». Ένα πανό γραμμένο σε δύο γλώσσες –αραβικά και αγγλικά- ενημέρωνε για τον τριήμερο εμβολιασμό των παίδων. Αργοπορώντας, η Φελίσιτι χάζευε το γνώριμο ιατρικό περιβάλλον, την κίνηση, τη γλώσσα του σώματος των ενηλίκων και των παιδιών, ώσπου την προσοχή της τράβηξε ένα τραπέζι μ’ ένα τεράστιο γυάλινο μπολ με πολύχρωμες μικρές μπίλιες κι ένας άντρας ψηλός, σκυμμένος δίπλα σ’ ένα μπόμπιρα. Ο μικρός κλαψούριζε, ο άντρας του μιλούσε καθησυχαστικά με γλυκιά φωνή και του έβαζε ένα χρωματιστό αυτοκόλλητο στο μπράτσο –στο σημείο προφανώς, όπου πριν τον είχε εμβολιάσει- σκουπίζοντας ταυτόχρονα το πρόσωπο τού παιδιού και δίνοντάς του μια μπίλια, που τελικά ήταν γλειφιτζούρι. Ο μικρός ζωγράφισε ένα χαμόγελο στο μουσκεμένο μουτράκι του, άρπαξε τη ζαχαρωτή μπίλια κι έφυγε ανάλαφρος.
Γυρίζοντας ο άντρας να δει τη λίστα με τα ονόματα για το επόμενο μικρό, η Φελίσιτι έμεινε εμβρόντητη. Ξανά αυτός! Ο άντρας στη Via Recta, ο ιππέας της νύκτας, ο γιατρός των «Γιατρών της Γης».
Η Φελίσιτι ταράχτηκε κι ένιωσε ένα περίεργο φτερούγισμα στο θώρακα, σα να ΄χασε έναν παλμό. Έχοντας μάθει να διαβάζει τα σημάδια της μοίρας, δε θεώρησε τυχαίες τις συνεχείς συναντήσεις. Παρόλα αυτά, έμεινε παρατηρήτρια της σκηνοθεσίας της μοίρας, χωρίς να επέμβει και, συνέχισε την πορεία της, προς το κέντρο της κωμόπολης, χωρίς όμως να σταματήσει να σκέφτεται τον άντρα και το περίεργο μοτίβο.
Σάββατο βράδυ.
Η Φελίστι ετοιμάζεται για το δείπνο. Ο Άγγλος πρέσβης στη Συρία, συμμαθητής της από το Ντέβον, την προσκάλεσε για δείπνο στην έρημο και της υποσχέθηκε πως θα ‘ναι μια μοναδική εμπειρία.
Ντυμένη μ’ ένα απλό, λευκό, ποπλίνα φόρεμα, που τόνιζε όμως το γυναικείο κορμί της και με τα μαλλιά της φρεσκολουσμένα και πιασμένα σ΄ ένα χαλαρό σινιόν, επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο της πρεσβείας. Ο φίλος της χαλαρός με χαρούμενη διάθεση, φλυαρούσε στη διαδρομή, όμως η Φελίσιτι δεν μπορούσε να τον παρακολουθήσει –κάτι αισθανόταν.
Φθάνουν σε μια τεράστια τέντα, φωτισμένη από μέσα προς τα έξω και καθώς μπαίνουν, ένας χαμογελαστός, μάλλον κοντός μελαχρινός άντρας, τρέχει να τους υποδεχτεί. «Good evening Mr.Ambassador» τον χαιρετά με αραβική προφορά και τους οδηγεί στο εσωτερικό της σκηνής.
Διαφορετικά χαλιά καλύπτουν το έδαφος και μικρά καρεκλάκια με τραπεζάκια εναλλάσσονται με στρώματα καλυμμένα με πολύχρωμα υφάσματα και μαξιλάρια. Στο κέντρο ένα τεράστιο στρογγυλό τραπέζι-μπουφές. Οδηγούνται σ΄ ένα σοφά και βγάζοντας τα παπούτσια, κάθονται γύρω από ένα μεγάλο στρογγυλό χάλκικο δίσκο.
Η εμπειρία εξαιρετική, η νάνα επίσης -το φρέσκο δροσερό νερό με φύλλα μέντας και φλούδες λεμονιού- και η συζήτηση παρασύρει τη Φελίσιτι στο μονοπάτι μιας πολύ καλής διάθεσης. Πριν από το τέλος του δείπνου, ο μικροκαμωμένος μελαχρινός άντρας πλησιάζει στο σοφά τους και ψιθυρίζει διακριτικά κάτι στον πρέσβη, που χαμογελά.
«Αγαπητή μου Φελίσιτι, θέλεις να συμμετάσχεις σ’ ένα φιλανθρωπικό παιχνίδι;» τη ρωτά και της εξηγεί γρήγορα πως το τελευταίο Σάββατο κάθε μήνα ζητούν από μια ξένη πελάτισσα του εστιατορίου να ενδυθεί τη στολή της ντόπιας νύφης και να την περιφέρουν γύρω στα τραπέζια του εστιατορίου, όπου οι πελάτες πλειοδοτούν για να την κρατήσουν λίγο. Ο άντρας αναφέρει πως το κεφάλι της θα καλυφθεί με μαντίλα κι αν θέλει μπορεί να κρατήσει την ανωνυμία της, φέρνοντας τη μαντίλα στο πρόσωπο και καλύπτοντας το.
Η Φελίσιτι με παιδιάστικη σχεδόν χαρά, συμμετέχει στη διαδικασία και ντυμένη πια, με μισοκαλυμμένο πρόσωπο και με τα ζεστά μάτια της να χαμογελούν, περιφέρεται και ακούει χωρίς να καταλαβαίνει, τις προσφορές. Το ποσόν που θα μαζευτεί, θα δοθεί για την ανέγερση μικρής πτέρυγας παίδων στο νοσοκομείο της Παλμύρας.
Και τότε τον βλέπει. Χαλαρά καθισμένος και μόνος, καλεί το μικρόσωμο ιδιοκτήτη του εστιατορίου, του μιλά σιγανά κι αυτός γουρλώνοντας τα μάτια, γνέφει καταφατικά.
«Αγαπητή μου κυρία» της απευθύνεται, «ο κύριος προσφέρει τα διπλά από την όποια μεγαλύτερη προσφορά της βραδιάς, για την πτέρυγα παίδων. Θα του κάνετε την τιμή να καθίσετε λίγο εδώ;»
Η Φελίσιτι κοκκινίζοντας από την έξαψη συναινεί μ΄ ένα νεύμα του κεφαλιού.
«Ναζίμ» της συστήνεται ο άντρας.
«Ε! Φελίσιτι. Χαίρομαι» του απαντά. «Ναζίμ, όπως ο Τούρκος ποιητής;» Ξαφνιασμένος ο άντρας τη ρωτά: «Ξέρετε το Ναζίμ Χικμέτ; Μα είστε Αγγλίδα, αν δεν κάνω λάθος από την προφορά και…» Ο Ναζίμ σταματά απότομα γιατί δεν ήθελε να την προσβάλλει.
Εκείνη, καταλαβαίνοντας την αμηχανία του, του εξηγεί: «Είμαι σχετικά νέα στη τέχνη της συγγραφής και τα τελευταία χρόνια μελέτησα αυτούς που με συγκίνησαν!
Την πιο όμορφη θάλασσα δεν την αρμενίσαμε ακόμα
Το πιο όμορφο παιδί δεν μεγάλωσε ακόμα
Τις πιο όμορφες μέρες μας δεν τις ζήσαμε ακόμα…» του απαγγέλλει με σιγανή φωνή, καθώς βγάζει τη μαντίλα.
Με μια λάμψη στο βλέμμα, εκείνος την κοιτά και συνεχίζει το στίχο
«… κι ό,τι πιο όμορφο θα ‘θελα να σου πω
δε στο ‘χω πει ακόμα!» χαμογελώντας της γλυκά. «Ο Ναζίμ Χικμέτ ήταν αδελφός του παππού μου».
Έκπληκτη τον κοιτάζει : «Ω! Τί τιμή! Και πώς βρεθήκατε εδώ ;»
«Ο πατέρας μου δάσκαλος κι ανήσυχο πνεύμα, αποφάσισε για ένα διάστημα να διδάξει στη Συρία, γοητευμένος από τη γνώση πως σε κάποια χωριά μιλούν ακόμη αραμαϊκά –τη γλώσσα του Χριστού. Αν και μουσουλμάνος, ήταν ευρύ πνεύμα και ήθελε να γνωρίσει από κοντά τους Αλαουίτες και τους Δρούζους μα και τους ντόπιους Σουνίτες».
«Και πώς δεν γίνατε κι εσείς δάσκαλος ή καθηγητής;» ρώτησε με ενδιαφέρον η Φελίσιτι, αγνοώντας πως προδίδεται.
«Μα πώς γνωρίζετε ότι δεν είμαι;»
Η Φελίσιτι δαγκώνει το κάτω χείλος με φανερή αμηχανία και ο Ναζίμ, βρίσκει την κίνησή της πολύ γοητευτική.
«Ε! Σας έχω ξαναδεί» του ομολογεί. «Ένα πρωινό στη Via Recta με το αγόρι, ένα βράδυ που κάνατε ιππασία κοντά στο Ζηνοβία που μένω και δυο μέρες πριν στις τέντες των Γιατρών της Γης. Εκεί κατάλαβα πως είστε γιατρός, γιατί στην προηγούμενη ζωή μου –εννοώ επτά χρόνια πίσω- ήμουν νοσοκόμα στο νοσοκομείο της πόλης μου. Μα πώς αποφασίσατε να γίνετε γιατρός και μάλιστα να ενσωματωθείτε στο δυναμικό των Γιατρών της Γης;»
Ο Ναζίμ κοντοστάθηκε για λίγο. Ήταν τύπος μοναχικός, χωρίς πραγματικούς φίλους, γνωστούς πολλούς μα όχι ανθρώπους που θα είχαν όλα τα κλειδιά της καρδιάς του, ίσως ένα κάθε φορά. Και τώρα, μια άγνωστη γυναίκα, τούτη τη βραδιά, με γλυκιά αμεσότητα τού ζητούσε προσωπικές πληροφορίες. Κάτι περίεργο όμως παρατήρησε. Τον γαλήνευε κι ήθελε να μιλήσει για τη ζωή του.
«Ήταν κάτι μοιραίο. Ο πατέρας μου γυρνώντας από τη Συρία κι ενθουσιασμένος με τους ανθρώπους και τη ζωή εδώ, αποφασίζει να μεταναστεύσει με τη μητέρα και τον αδελφό μου, πράγμα που δεν έγινε λόγω της εγκυμοσύνης της σε μένα. Δυστυχώς, πεθαίνει στη γέννα και ο πατέρας μου, αν και καταρρακωμένος, αποφασίζει να σφραγίσει το τραύμα μέσα του για να σταθεί στα δυο του αγόρια. Μια καρδιακή νόσος όμως, που αγνοούσαμε, σκοτώνει στο τέλος της εφηβείας τον αδελφό μου, οπότε το να γίνω γιατρός φάνηκε ως ο μόνος δρόμος».
Η Φελίσιτι τον άκουγε με προσοχή. Τα σκούρα μάτια του, πότε έδειχναν τη λύπη του και πότε κλείδωναν. Ο άντρας αυτός τη συγκινούσε. Αποφάσισε ν’ αλλάξει το κλίμα.
«Όλοι, που συνδεόμαστε με μια ασυνείδητη κεραία, φέρουμε μια λυπητερή ιστορία κι ένα βαθύ τραύμα. Το θέμα είναι τί κάνουμε γι’ αυτό; Ήμουν νοσοκόμα στο Ντέβον και παντρεμένη από μικρή ηλικία. Όλα ήταν δύσκολα. Όλα φαίνονταν προκαθορισμένα. Όμως, όπως ο Νίτσε είπε, ο μεγαλύτερος εχθρός της αλήθειας δεν είναι το ψέμμα, μα οι πεποιθήσεις μας. Εκείνο το πρωινό, στο κομοδίνο ενός ασθενούς με μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο, υπήρχε ένα βιβλίο με το τίτλο «Εκπαιδευμένος στην αδυναμία» και ήταν η λεπτή βελόνα που διαπέρασε τον τοίχο των πεποιθήσεών μου και μου άλλαξε τη ζωή. Ο Dr. Seligman με μια φράση έφερε τη φόδρα της ζωής μου τα μέσα, έξω. Η θεωρία του P.E.R.M.A.* αν και ήταν απλή, φαινόταν δύσκολη. Να έχεις θετικά συναισθήματα, να δεσμεύεσαι για να εκπαιδεύσεις τον εαυτό σου στο αισιόδοξο, να κάνεις καλές σχέσεις με καλή ενέργεια που σε πάνε παραπέρα, να βρεις το νόημα της ζωής σου, να είσαι συγκεντρωμένος στην επίτευξη των στόχων σου με πίστη και να έχεις αυτή την υπέροχη αίσθηση του ανήκειν. I am what I am, πόσο απλό, μα όχι εύκολο».
Η διάθεσή της είχε πάρει φωτιά. Τα μάγουλά της είχαν αναψοκοκκινίσει, τα μάτια της έλαμπαν, το κορμί της λικνιζόταν ελαφρά σα να χόρευε. Του άρεσε το πάθος αυτής της γυναίκας που, αν και φαινόταν να ‘χει ένταση, τον γαλήνευε.
«Ο Martin λοιπόν, σας άλλαξε τη ζωή. Στην επόμενη συνάντησή μας θα σας καλέσω να του το πείτε!» της ανακοινώνει γελώντας δυνατά. Μα πώς; αναρωτιούνται σιωπηλά και οι δύο. Τόσο γρήγορα! Η Φελίσιτι συγχαίρει τον εαυτό της για την υπομονή που είχε να γίνει παρατηρητής των σημαδιών της μοίρας και ο Ναζίμ συγχαίρει τον δικό του εαυτό που κατασκεύασε την τύχη του ασυνείδητα, αυτό το βράδυ, συνεισφέροντας με την προσφορά του στη βελτίωση της ζωής των παιδιών, που του το ανταπέδωσαν τόσο σύντομα, κλείνοντάς του μάλιστα και το μάτι.
Ένα ελαφρύ βήξιμο, επανέφερε και τους δύο στο τώρα της βραδιάς. Ο κοντόσωμος, γελαστός ιδιοκτήτης ήρθε να τη μεταφέρει στο τραπέζι της.
«Σ΄ ευχαριστώ Φελίσιτι» της ψιθυρίζει ο Ναζίμ καθώς γλιστρά το χέρι του στο δικό της.
«Αύριο θα πάρω πρωινό στο Ζηνοβία στις 7.00. Καλό σας βράδυ, δεσποσύνη μου».
Η Φελίσιτι, αισιόδοξα κινήθηκε. Γιατί είχε πολύ πριν, πάρει απόφαση να ζήσει.
To be continued
Υ.Γ. Ωραία Μικρά μου!
Το νόμισμα της ζωής μας, διαβάζεται αλλιώς.
Από το συν του!
Μια… Authentic Happiness!
*PERMA:
- Positive thinking
- Engagement
- Relationships -positive
- Meaning of life
- Accomplishment