Στις μέρες μας, με την τεχνολογία ν’ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας, η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων που βρίσκονται σε απόσταση, είναι απίστευτα άμεση και γρήγορη.
Η χειρόγραφη επιστολή, που για χρόνια ήταν ένας τρόπος αντιμετώπισης της απουσίας, φαντάζει… vintage, έχει αντικατασταθεί από το e-mail και οι ελαχιστότατοι λάτρεις του ιδιόχειρου κειμένου είναι είδος προς εξαφάνιση. Όμως, μαζί της, χάθηκαν και τα ανάμικτα συναισθήματα που προκαλούσε η συγγραφή, η αποστολή, η αναμονή της απάντησης, ο ερχομός της.
Σε κάποια κουτιά, ίσως υπάρχουν καταχωνιασμένα γράμματα που βλέποντάς τα σήμερα ο παραλήπτης, μπορεί να θυμηθεί αλλά και να νοσταλγήσει την χαρά που ένιωσε όταν τα έλαβε και την αδημονία του να τα ανοίξει και να τα διαβάσει.
Το γράμμα, κουβαλούσε το «αποτύπωμα» του αποστολέα, σε αρκετές δε περιπτώσεις το άρωμά του, ή και ένα… κόκκινο φιλάκι, όπως λέει ένα τραγουδάκι, κάτι που προκαλούσε ιδιαίτερη συγκίνηση στον παραλήπτη. Μέσα στον φάκελο, με το γραμματόσημο στην επάνω δεξιά γωνία, ήταν «κλεισμένα» συναισθήματα, σκέψεις, φωτογραφίες, βιώματα…
Τα ταχυδρομεία ήταν ο μόνος τρόπος για να φτάσει μία επιστολή στον προορισμό της και παλιά η διαδικασία χρειαζόταν βδομάδες μέχρι να ολοκληρωθεί και τα «νέα» δεν ήταν πια νέα. Σε απομακρυσμένα μέρη, μακριά από τα αστικά κέντρα, οι άνθρωποι περίμεναν αγωνιωδώς τον αγροτικό ταχυδρόμο για να τους φέρει το πολυπόθητο γράμμα από το ξενιτεμένο αγαπημένο πρόσωπο.
Όμως, όπως θα διαβάσουμε παρακάτω, με την πάροδο των χρόνων οι υπηρεσίες, βελτιώθηκαν εκσυγχρονίστηκαν, εμπλουτίστηκαν με νέες, καταστήματα δημιουργήθηκαν σ’ ολόκληρη την χώρα και τα Ελληνικά Ταχυδρομεία, μέσα στα 196 χρόνια λειτουργίας τους, έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο κοινωνικό & επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας.
Η σύγχρονη ιστορία τους αρχίζει επισήμως στις 24 Σεπτεμβρίου 1828, όταν ο Ιωάννης Καποδίστριας, υπέγραψε το ΙΖ΄ ψήφισμα, στον Πόρο, «περί συστάσεως τακτικής ταχυδρομικής συγκοινωνίας», ιδρύοντας το «Γενικόν Ταχυδρομείον» και τα πέντε πρώτα ταχυδρομικά γραφεία «εις Άργος, Τριπολιτσάν, Επίδαυρον, Αίγιναν και Σύραν» τα οποία δεχόντουσαν, προς μεταβίβαση, την αλληλογραφία μόνο του εσωτερικού.
Λέγεται, ότι ο ταχυδρόμος φθάνοντας στην Αθήνα, από την τότε πρωτεύουσα, το Ναύπλιο, «ανήρχετο επί βαρελίου, αναγιγνώσκων εις επήκοον των συγκεντρωμένων κατοίκων τας επί των επιστολών διευθύνσεις. Εν περιπτώσει καθ’ ην δεν εμφανίζοντο οι αποδέκται, αι επιστολαί εκαίοντο επιτόπου».
Η δε προς το εξωτερικό αποστολή αλληλογραφίας, άρχισε το 1836 και με διάταγμα του ιδίου χρόνου, καθορίστηκαν τα ταχυδρομικά τέλη. Τότε άρχισαν δε να χρησιμοποιούνται οι πρώτες άμαξες για την μεταφορά αλληλογραφίας Αθήνα-Πειραιά.
Έκτοτε, σημειώθηκε αλματώδης πρόοδος και το 1861 η Ελλάδα μπορούσε δικαίως να υπερηφανεύεται για την σύσταση των 92 ταχυδρομικών γραφείων στην κυρίως χώρα και των 11 στο εξωτερικό «καλώς ωργανισμένα και χαίροντα της γενικής εμπιστοσύνης των ανταποκρινομένων». Εύσημα αξίζουν, στους προϊσταμένους της υπηρεσίας, Γεώργιο Σκούφο και Θ. Λεονάρδο.
Η σύμβαση μεταξύ του Γάλλου τραπεζίτη Θ. Φεράλδη και της ελληνικής κυβέρνησης, εξυπηρετούσε, την περίοδο 1834-1835, την ταχυδρομική επικοινωνία με τα νησιά του Αιγαίου, αλλά και λιμανιών του εξωτερικού, μέσω 11 ιστιοφόρων πλοίων.
Το 1855 θεσπίζεται νόμος για το σύστημα γραμματοσήμανσης, ο οποίος μπήκε σε λειτουργία την 1η Οκτωβρίου 1861. Το ελληνικό γραμματόσημο, με την κεφαλή του Ερμή, χαράχτηκε από τον Albert Barre και τυπώθηκε στο Παρίσι.
Το 1869 τα ελληνικά ταχυδρομεία επιβιβάζονται στο τρένο, ενώ το 1874, δίνουν το παρόν στην Ίδρυση της Παγκόσμιας Ταχυδρομικής Ένωσης στη Βέρνη.
Το 1892 το τηλέφωνο προστίθεται στις αρμοδιότητες των ταχυδρομείων και δημιουργούνται τα 3Τ (Ταχυδρομείο, Τηλέγραφος, Τηλέφωνο). Οι υπηρεσίες στεγάστηκαν από το 1899 μέχρι το 1971, στο Μέγαρο Μελά, στην πλατεία Κοτζιά, ενώ τα πρώτα σιδερένια γραμματοκιβώτια τοποθετήθηκαν, στις αρχές της δεκαετίας του 1880, σε 8 σημεία της πόλης.
Σημαντική ήταν η παρουσία των ελληνικών ταχυδρομείων στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896, με την έκδοση της – πρώτης παγκοσμίως – σειράς αναμνηστικών γραμματοσήμων με αθλητικό θέμα.
Το 1949 με την ίδρυση του ΟΤΕ χωρίζονται τα τρία Τ, και τα ταχυδρομεία αναλαμβάνουν αμιγώς ταχυδρομικές υπηρεσίες, ενώ από το 1970 τα λειτουργούν ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου με τίτλο «ΕΛΤΑ». Το 1996 μετατρέπονται σε Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «ΕΛ.ΤΑ. ΑΕ». Εποπτεύονται από το κράτος και έχουν το μονοπώλιο της έκδοσης γραμματοσήμων.
Παρακάτω, μία μικρή αναφορά για το τι ίσχυε πριν την σύσταση του Γενικού Ταχυδρομείου.
Την περίοδο της Τουρκοκρατίας, υπήρχε το ταχυδρομικό σύστημα, ονόματι «μεντζίλι», με έφιππους ταχυδρόμους, τους “τατάρηδες” – ένα ξεχωριστό τάγμα με ιδιαίτερη ενδυμασία και ειδικά προνόμια – οι οποίοι μετέφεραν τις διαταγές και τα φιρμάνια στις επαρχιακές υπηρεσίες. Η ονομασία τους οφειλόταν στο υψηλόν «καβούκι» (σκούφο) που φορούσαν που ήταν ίδιο με αυτό των Τατάρων.
Παράλληλα, λειτουργούσε ένα έκτακτο ταχυδρομείο με πεζούς, τους «πεζοδρόμους» για την εξυπηρέτηση των ιδιωτών. Ενώ, οι τατάρηδες ήταν μισθωτοί, οι πεζόδρομοι έπαιρναν από τα χωριά μία ειδική αμοιβή, το «ποδοκόπι», συνοδευόμενο από το «κονάκι» (παροχή στέγης και τροφής), γεγονός που προκαλούσε την δυσαρέσκεια των χωρικών, οι οποίοι ήδη στέναζαν από το βάρος άλλων φόρων.
Κατά την Επανάσταση του 1821, χρησιμοποιήθηκε το ίδιο σύστημα της περιόδου της τουρκοκρατίας, με έφιππους ταχυδρόμους, τους «γραμματοφόρους της Διοικήσεως» ή με έκτακτους πεζούς, τους «επίτηδες ή πεζοδρόμους της Διοικήσεως», οι οποίοι είχαν επιφορτιστεί, με προφανή κίνδυνο της ζωής τους, την μεταφορά της αλληλογραφίας, προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι επιτακτικές ανάγκες του αγώνα. Λόγω των μακρινών και δύσκολων αποστάσεων υπήρχε μεγάλη καθυστέρηση στην παράδοση των επιστολών, το δε φαινόμενο παραβίασης του απορρήτου της αλληλογραφίας ήταν σύνηθες.
Η ταχυδρομική επικοινωνία μεταξύ των νησιών, και των παραλίων πόλεων της Πελοποννήσου & της Στερεάς Ελλάδος εξυπηρετούντο από τους θαλασσοδρόμους, οι οποίοι μετάφεραν την αλληλογραφία με ιστιοφόρα.
Εκείνο το διάστημα έγιναν, από πολιτικούς και στρατιωτικούς, πολλές ενέργειες για την οργάνωση των επικοινωνιών με αποτελεσματικότερες του Υπουργού Εξωτερικών, Ιωάννη Κωλέττη και του Αρχηγού των Στρατευμάτων της Πελοποννήσου, Θ. Κολοκοτρώνη. Άρχισε να λειτουργεί μία στοιχειώδης υπηρεσία με διοικητή τον Αθανάσιο Καρδαρά και Ταχυδρομικά Γραφεία στην Τρίπολη, στο Άργος και στην Επίδαυρο. Επίσης, σημαντικές ήταν προσπάθειες του Άγγλου Συνταγματάρχη Λέστερ Στάνχοουπ όπως και του φιλέλληνα Συνταγματάρχη Κάρολου Φαβιέρου.
Όσο βολική και γρήγορη κι αν είναι η ηλεκτρονική προσωπική επικοινωνία, όσο να έχουν καταργηθεί τα χρονικά και γεωγραφικά εμπόδια, δύσκολα αυτή μπορεί να προκαλέσει την ίδια χαρά ή συγκίνηση που ένιωθε ή νιώθει κάποιος με τον ερχομό ενός γράμματος/κάρτας από αγαπημένο πρόσωπο που βρίσκεται μακριά.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Βλαχογιάννης Γιάννης, Τα πρώτα Ταχυδρομεία Α’ 1821 -1827 (ΤΟΜ. Β’ ΦΥΛΛ. Α’ ΤΩΝ «ΠΡΟΠΥΛΑΙΩΝ»), Τυπογραφείον «ΕΣΤΙΑ», Εν Αθήναις, 1920.
- Κωνσταντίνης Μωϋσής, Ιστορία του Ταχυδρομείου των Αθηνών, Αθήνα, 1977.
- ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΑ «Το Ταχυδρομείον κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν 1821-1827», Αθήνα, 1971.
- ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΑ. «175 Χρόνια Ελληνικά Ταχυδρομεία. 1828-2003». Εκδόσεις ΚΕΡΚΥΡΑ, Αθήνα, 2003.