Υπάρχει το «ιδανικό» πρότυπο;

Όταν η δωδεκάχρονη Μυρτώ έδινε εξετάσεις για να μπει στο ξενόγλωσσο, ακριβό σχολείο που είχαν επιλέξει οι γονείς της για εκείνη, είχε μεγάλο τρακ, κυρίως για το μάθημα της έκθεσης: η Μυρτώ είχε μεγάλη άνεση με τα μαθηματικά και με όλες τις ασκήσεις ευφυίας, αλλά το να γράφει εκθέσεις ήξερε πως δεν ήταν το «φόρτε» της. Όμως, όταν τους έδωσαν το θέμα της έκθεσης, που ήταν «Ένα πρόσωπο που θαυμάζω», αναστέναξε με ανακούφιση και χωρίς δεύτερη σκέψη, ξεκίνησε να γράφει – για ποιον άλλον; – για τον πατέρα της που θαύμαζε, λάτρευε κι έκανε ότι μπορούσε για να πάρει την αγάπη και το μπράβο του!

Γυρίζοντας στο σπίτι, την περίμεναν όλοι με αγωνία και όταν τους είπε το θέμα της έκθεσης, ο μπαμπάς της την κοίταξε στα μάτια και της είπε με πονηρό χαμογελάκι «και βέβαια εσύ έγραψες για τον μπαμπά!» με κατάφαση, και χωρίς καμία αμφιβολία! Άφωνη έμεινε η Μυρτούλα κι έσκασε στα γέλια στη συνέχεια, καθώς η μαμά της κουνούσε το κεφάλι της… Δεν ήταν σχέση αυτή κόρης-πατέρα, ήταν μια δυνατή σύνδεση αλληλοθαυμασμού, αγάπης και αδυναμίας, άνιση βέβαια, καθώς ένα παιδί σ’ αυτή την ηλικία είναι πολύ πιο εύθραυστο, και κυρίως, είναι ένας άνθρωπος «υπό διαμόρφωση».   Ειδικά στη σχέση πατέρα-κόρης, η μεγάλη ευθύνη είναι στον γονιό να κρατήσει τις απαραίτητες ισορροπίες και εκείνο τον τόνο που, από τη μια μεριά δίνει στο παιδί αρχές και αξίες με το παράδειγμά του, αλλά από την άλλη, το αναγνωρίζει σαν μια αυθύπαρκτη οντότητα, με τα δικά του χαρακτηριστικά, χαρίσματα και προσωπικότητα.

Δεν είναι εύκολο όμως… Και για τη μικρή Μυρτώ, ο μπαμπάς της ήταν το «ιδανικό πρότυπο άντρα» απ’ όλες τις απόψεις: ήταν όμορφος, κομψός, λαμπερός, δημιουργικός, πετυχημένος στη δουλειά του, άρχοντας και αριστοκράτης, μορφωμένος, κοινωνικός, δίκαιος και γενναιόδωρος, με εξαιρετικό γούστο και αισθητική. Ήταν τόσο ξεχωριστός, που η καημένη η Μυρτώ «χανόταν» στην προσπάθειά της να είναι αντάξια των προσδοκιών που είχε από εκείνη, καθώς συχνά έλεγε «εσύ έχεις πάρει από μένα! Είσαι ικανή σαν και μένα! Πανέξυπνη και πανέμορφη!»  Και δώστου και καμάρωνε τη μικρή του πριγκίπισσα… Ήταν όμως και εκείνος τόσο γοητευτικός, που κάθε φορά που πήγαινε στο σχολείο της για να την πάρει ή για να δει κάποιον καθηγητή, οι συμμαθήτριές της στο κολλέγιο θηλέων που πήγαινε η Μυρτώ, έτρεχαν να τον δουν και να τον θαυμάσουν, λέγοντας η μία στην άλλη «κορίτσια, ο μπαμπάς της Μυρτώς, μα δείτε τι κούκλος είναι!»

Μέχρι που η Μυρτώ μεγάλωσε και άρχισαν τα πάρτι και τα φλερτάκια της εφηβείας. Κάθε φορά που τη συνόδευαν οι γονείς της μέχρι το σπίτι που γινόταν το πάρτι, ο μπαμπάς της την «τσέκαρε» για το ντύσιμό της, κι αν δεν της έλεγε «είσαι μια κούκλα και θα κάψεις καρδιές», εκείνη άλλαζε ρούχα μέχρι να το ακούσει, και να δει τα μάτια του να λάμπουν από θαυμασμό. Και βέβαια, την επόμενη μέρα πάντα στον μπαμπά της έλεγε τα καθέκαστα του πάρτι, με ποιους γνωρίστηκε, με ποιους χόρεψε, αλλά πάντα, το κάθε αγόρι που τη φλέρταρε, το σύγκρινε με τον μπαμπά της και – ω του θαύματος – πάντα ο μπαμπάς κέρδιζε σ’ αυτήν τη «ζυγαριά». 

Αργότερα, όταν γνώρισε τον πρώτο της άντρα, πάλι τον έβαλε στη σύγκριση: επειδή όμως είχε πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τον πατέρα της και μεταξύ τους αναπτυσσόταν μια καλή σχέση, τον παντρεύτηκε, χωρίς όμως ποτέ να τον βάλει «στην ίδια βαθμίδα» με τον τέλειο πατέρα της. Μέχρι που ο γάμος της άρχισε να μην πηγαίνει καλά: συχνά διαφωνούσαν με τον άντρα της και το πρώτο καμπανάκι χτύπησε όταν στο τέλος ενός μεγάλου καυγά, εκείνος της είπε «ε ναι, τι να κάνουμε, εγώ δεν είμαι τόσο σπουδαίος όσο ο πατέρας σου. Δεν πας να τον βρεις να του πεις τα παράπονά σου όπως κάνεις πάντα;» Σοκ της ήρθε της Μυρτώς όταν άκουσε αυτή την ατάκα, αλλά δεν έδωσε σημασία… Οι καυγάδες συνεχίστηκαν και το ζευγάρι σύντομα χώρισε, ευτυχώς χωρίς παιδιά, που θα έκαναν τον χωρισμό πολύ πιο οδυνηρό και πολύπλοκο.

Λίγα χρόνια αργότερα, η Μυρτώ ντύθηκε και πάλι νύφη: «στην εμπιστεύομαι να την κάνεις μια ζωή ευτυχισμένη» είπε ο πατέρας της στον γαμπρό καθώς την παρέδινε στην εκκλησία, κλείνοντάς της το μάτι. Εκείνη η εικόνα έμεινε στο μυαλό της Μυρτώς καρφωμένη για καιρό.  Ήταν η πρώτη φορά που αμφισβήτησε τη σχέση με τον πατέρα της, κι αυτό το «τυφλό πρότυπο» που είχε ζωγραφίσει στο πρόσωπό του. Αυτή τη φορά ήθελε ο γάμος της να πετύχει, και ο δεύτερος άντρας της – ενώ είχε και εκείνος πολλά κοινά σημεία με τον πατέρα της – ήταν από μόνος του μια έντονη, δυνατή προσωπικότητα, που δεν δεχόταν ούτε συγκρίσεις, ούτε κριτική. Γι’ αυτό και η Μυρτώ αποφάσισε να ξεκινήσει συμβουλευτική με μια πολύ καλή ψυχοθεραπεύτρια, για να λύσει επιτέλους αυτή την εσωτερική, έμφυτη τάση της να συγκρίνει κάθε άντρα με τον πατέρα της και να καταλήγει να τον απορρίπτει.

Σήμερα, πέντε χρόνια μετά, η Μυρτώ είναι μια πανευτυχής μητέρα δύο αγοριών, ερωτευμένη και αγαπημένη με τον άντρα της, και με μια επιτέλους «φυσιολογική» και ισότιμη σχέση αγάπης και σεβασμού με τον πατέρα της.

Ας αναρωτηθούμε: πόσο μπορεί τα «ιδανικά πρότυπα» να μας οδηγούν σε αλλοιωμένες οπτικές και άδικες συμπεριφορές;  Και πόσο πολύτιμη είναι η κατά καιρούς αναθεώρηση, και σε κάθε περίπτωση η αποφυγή της «ολικοποίησης» και της «υπεργενίκευσης»: τα «ιδανικά» ίσως δεν υπάρχουν, και τα πρότυπά μας με τον καιρό μπορεί και να αλλάζουν. 

NEWSLETTER

Πρωτογενή άρθρα και καινούργιο περιεχόμενο στο email σας κάθε 15 ημέρες

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

Ακολουθήστε το κανάλι μας στο Youtube εδώ

JUST A NUMBER

Εγγραφείτε στο Newsletter μας

Τα πιο ενδιαφέροντα άρθρα στο email σας, κάθε 15 ημέρες!

JUST A NUMBER

Εγραφείτε στο Newsletter μας