Η 10η Οκτωβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας, δεν είναι απλώς μια ημερομηνία.
Είναι μια υπενθύμιση ότι η υγεία μας δεν περιορίζεται στο σώμα αλλά αφορά και το μυαλό, την καρδιά, την αντοχή μας να σταθούμε μέσα στην καθημερινότητα. Και αν υπάρχει ένας χώρος όπου η ψυχική υγεία δοκιμάζεται περισσότερο από ποτέ ιδιαίτερα μετά τον covid αυτός είναι ο χώρος εργασίας.
Σύμφωνα με την έρευνα “Ψυχική Υγεία & Ευεξία των Εργαζομένων στην Ελλάδα 2023”, που πραγματοποίησαν το Εργαστήριο Πειραματικής Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ, η Hellas EAP και η EY Ελλάδος, η εικόνα είναι ανησυχητική:
- 41 % των εργαζομένων δηλώνουν ότι βιώνουν μελαγχολία.
- Ένα αντίστοιχο ποσοστό αισθάνεται απαισιοδοξία για το μέλλον.
- 46 % νιώθουν μοναξιά, ακόμη και μέσα σε ομάδες.
- Και μόλις 23 % πιστεύει ότι ο οργανισμός του πραγματικά φροντίζει για την ψυχική του υγεία
Πίσω από αυτά τα ποσοστά δεν υπάρχουν αριθμοί αλλά άνθρωποι. Συνάδελφοι που χαμογελούν μηχανικά σε μια σύσκεψη, συνεργάτες που γυρνούν σπίτι αδειασμένοι, φίλοι που δεν βρίσκουν χώρο να πουν «δεν είμαι καλά».
Για χρόνια, η ψυχική υγεία παρουσιαζόταν ως ατομικό ζήτημα.
Όμως τα στοιχεία δείχνουν ξεκάθαρα ότι το εργασιακό περιβάλλον είναι κρίσιμος παράγοντας.
Υπερβολικές απαιτήσεις, κακοποιητικές συμπεριφορές, gaslighting από στελέχη, συνεχείς υπερωρίες, απουσία ευελιξίας: Όλα αυτά δεν είναι απλά “εξωτερικές συνθήκες”.
Είναι μηχανισμοί που ροκανίζουν σιωπηλά την αντοχή, τη συγκέντρωση, τη δημιουργικότητα.
Το κόστος δεν είναι μόνο ανθρώπινο. Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι τα προβλήματα ψυχικής υγείας κοστίζουν στις ευρωπαϊκές οικονομίες πάνω από το 4% του ΑΕΠ ετησίως, λόγω μειωμένης παραγωγικότητας και απουσιών.
Με απλά λόγια: Μια εταιρεία που αγνοεί την ψυχική υγεία των εργαζομένων της, υπονομεύει τον ίδιο της τον εαυτό.
Η ψυχική φθορά στον χώρο εργασίας δεν σταματά όμως μόνο στις αίθουσες συσκέψεων. Όταν οι άνθρωποι εξαντλούνται στον βωμό της παραγωγικότητας, οι συνέπειες δεν περιορίζονται στο παρόν ανοίγουν τον δρόμο σε σοβαρότερα προβλήματα υγείας στο μέλλον.
Ας φανταστούμε δύο εργαζόμενους, τον Νίκο και την Μαρία. Δουλεύουν σε μια μεγάλη εταιρεία, δίνουν πάντα το «κάτι παραπάνω», μένουν μέχρι αργά, δεν λένε ποτέ “όχι”. Με τον καιρό, αρχίζουν να ξεχνούν πράγματα, να δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν, να νιώθουν ένα μόνιμο βάρος στο στήθος. Δεν μιλάνε σε κανέναν φοβούνται μήπως θεωρηθούν ανεπαρκείς. Η εταιρεία τους ανταμείβει με περισσότερες ευθύνες, με περισσότερη πίεση.
Η ιστορία του Νίκου και της Μαρίας δεν είναι σενάριο, είναι καθημερινότητα. Και η εξάντληση που βιώνουν δεν σταματά στο γραφείο. Επιστρέφουν στο σπίτι τους κουρασμένοι, δεν έχουν ενέργεια για την οικογένειά τους. Μακροπρόθεσμα, η σιωπηλή φθορά αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρών προβλημάτων υγείας: από κατάθλιψη μέχρι πρόωρη γνωσιακή έκπτωση και άνοια.
Το κόστος αυτό δεν το πληρώνουν μόνο οι ίδιοι και η οικογένειά τους. Το πληρώνει και το ασφαλιστικό σύστημα, το πληρώνει η κοινωνία, το πληρώνουμε όλοι μας.
Κάποιες εταιρείες ευτυχώς έχουν ήδη δείξει τον δρόμο εκπαιδεύοντας managers ώστε να αναγνωρίζουν και να στηρίζουν ανθρώπους σε ψυχολογική δυσκολία. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται μια κουλτούρα όπου οι συζητήσεις γύρω από την ψυχική υγεία δεν είναι ταμπού αλλά καθημερινή πρακτική.
Πολυεθνικές μεγάλες εταιρείες έβαλαν την ψυχολογική ασφάλεια στο κέντρο της στρατηγικής τους, προχωρώντας σε ευέλικτες πρακτικές εργασίας, ανοιχτή επικοινωνία και ενεργή υποστήριξη μέσω υπηρεσιών υγείας, με θεαματικά αποτελέσματα στη δέσμευση και την απόδοση των εργαζομένων
Αντίστοιχα, και στην Ελλάδα βλέπουμε ευτυχώς σχετικές πρωτοβουλίες: Μεγάλες εταιρείες επενδύουν σε προγράμματα Employee Assistance, άλλες ενισχύουν την ευελιξία με υβριδικά μοντέλα εργασίας, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί διάλογος γύρω από την «ψυχολογική ασφάλεια» ως θεμέλιο της εταιρικής κουλτούρας.
Από τη διεθνή εμπειρία και την έρευνα, ξεχωρίζουν πέντε πρακτικές που κάθε εταιρεία μπορεί να υιοθετήσει:
- Ψυχολογική ασφάλεια: Ομάδες όπου οι άνθρωποι μιλούν χωρίς φόβο στιγματισμού. Ομάδες που ακούνε, αντί να κρίνουν.
- Εκπαίδευση ηγετών: Managers που ξέρουν να αναγνωρίζουν σημάδια burnout και να μιλούν με ευαισθησία.
- Πραγματική ευελιξία: Ώρες και τρόποι εργασίας που επιτρέπουν ισορροπία και προσωπική ζωή.
- Δομές υποστήριξης: Πρόσβαση σε ψυχολόγους, γραμμές στήριξης, προγράμματα EAP.
- Διάλογος και συνέπεια: Τακτικά surveys, ανοιχτές συζητήσεις, δέσμευση ότι οι φωνές των εργαζομένων θα ακούγονται.
Η φροντίδα της ψυχικής υγείας δεν είναι PR, δεν είναι “καλό να υπάρχει”.
Είναι υποχρέωση απέναντι στους ανθρώπους, αλλά και μια στρατηγική επένδυση που δημιουργεί ανθεκτικές, δημιουργικές εταιρείες.
Ας φροντίσουμε όλοι για έναν εργασιακό κόσμο όπου το “είμαι καλά” δεν είναι προσποίηση, αλλά αλήθεια.
Όπου η δουλειά μάς δυναμώνει αντί να μας εξαντλεί.
Όπου οι εταιρείες επιλέγουν συνειδητά να φροντίζουν τους ανθρώπους τους, όχι γιατί το επιβάλλει η εποχή, αλλά γιατί ξέρουν ότι χωρίς αυτούς, δεν υπάρχει ούτε ανάπτυξη ούτε μέλλον.
Στην Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας ας αφήσουμε τα μεγάλα λόγια και ας δούμε την αλήθεια: Μια εταιρεία είναι τόσο δυνατή όσο ο πιο κουρασμένος άνθρωπός της. Η πραγματική φροντίδα δεν είναι κόστος. Είναι η μεγαλύτερη δύναμη.
I’m interested in sensitivity and weakness and fear and anxiety because I think that, at the end of the day, behind our masks, that’s what we are. – Alain de Botton