Παχουλή φίλη της μαμάς μου έκανε πολύ συχνά τραπέζια, ήταν και πολύ καλή μαγείρισσα και της άρεσε να δέχεται. Της άρεσε όμως πάρα πολύ και το φαγητό.
Και είχε την εξής συνήθεια.
Στεκόταν πίσω από το μπουφέ που είχε ετοιμάσει με τα χέρια ανοιχτά και έλεγε, περάστε να σερβιριστείτε.
Στην πραγματικότητα όμως «προφύλασσε» και «φρουρούσε» τα φαγητά ώστε να μην φάμε…
’Η τουλάχιστον να μην τα φάμε όλα.
Σαν να το ήθελε όλο δικό της.
Η τάση μας είναι στην περιφρούρηση. Στο να ασφαλίσουμε και να εξασφαλίσουμε τα «δικά μας».
Να χτίσουμε τείχη και φράχτες για να μην μπουν οι απέξω. Να μην μας φάνε το φαγητό.
Είναι όμως αυτό προστασία και ασφάλεια;
Μήπως αυτό φέρνει και την απομόνωση του «όσα κλείνει η πόρτα μου»;
Και την ψευδαίσθηση της ασφάλειας και του ελέγχου;
Υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια από ένα πλούσιο και όμορφο συναισθηματικό περιβάλλον;
Από αληθινές υποστηρικτικές και αμοιβαίες σχέσεις;
Που τις φαντάζομαι σαν ένα ανοιχτό κήπο. Που να συμβολίζει τη φροντίδα των σχέσεων, την καλλιέργεια της νοοτροπίας αφθονίας και ευγνωμοσύνης.
Χωρίς φράχτες.
Με όλα εκείνα που φέρνουν ανάπτυξη, διασύνδεση, συμπερίληψη.
Και που είναι τελικά η δική μας προσωπική ασφάλεια.