Το νησί χωρίς θάλασσα στην καρδιά της Αθήνας

Ο Ιούνιος θεωρείται ο πρώτος μήνας του καλοκαιριού. Το μυαλό αυτομάτως αρχίζει να «τρέχει» σε νησιά, θάλασσες και παραλίες, αλλά συχνά οι διάφορες υποχρεώσεις καθυστερούν την πολυπόθητη απόδραση.
Μέχρι τότε, η Αθήνα προσφέρει μία ενδιαφέρουσα πρόταση για πρόγευση διακοπών!!!
Και αυτή είναι μία βόλτα στα Αναφιώτικα, την λιλιπούτεια γειτονιά στη σκιά της Ακρόπολης, ένα νησί από το οποίο το μόνο που λείπει είναι η…. θάλασσα και όποιος το επισκέπτεται δεν χρειάζεται να μπει σε πλοίο!!!
Τα ασβεστωμένα σπιτάκια με τα κεραμίδια και τα χρωματιστά πορτοπαράθυρα που αναρριχώνται ως κοπάδιο λευκών αμνάδων επί του κρημνού της Ακροπόλεως, οι αυλές οι γεμάτες γλάστρες με γεράνια & βασιλικούς, αγιόκλημα βομκαμβίλιες και γιασεμιά, οι γάτες που κυκλοφορούν νωχελικά ή λιάζονται ανενόχλητες παντού, οι μυρωδιές από τις κουζίνες, τα ελικοειδή, ανηφορικά, ανώνυμα δρομάκια (δεν υπάρχουν ονόματα οδών, αλλά μόνο αριθμοί πάνω στα σπίτια), τα λαξευμένα σκαλιά πάνω στον βράχο, τα δύο πανέμορφα εκκλησάκια, ο Άγ. Γεώργιος του Βράχου και ο Άγ. Συμεών, που οριοθετούν τον οικισμό, δημιουργούν ένα υπέροχο σκηνικό και αποτελούν ένα μοναδικό δείγμα λαϊκού πολιτισμού.
Ο περιπλανώμενος διαβάτης αισθάνεται ότι διακτινίζεται σε κάποιο κυκλαδίτικο νησάκι και μόνο όταν σταθεί να ξαποστάσει στο πεζούλι, κάτω από τον βράχο, με την πολύβουη πόλη να απλώνεται στα πόδια του, συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο της.

Η γοητευτική αυτή συνοικία, με την λαϊκή αρχιτεκτονική, που συναρπάζει τους τουρίστες και αποτελεί αξιοθέατο για τους επισκέπτες, έχει μακρόχρονη και ενδιαφέρουσα ιστορία. Η παρουσία της ενόχλησε, πολεμήθηκε αλλά λατρεύτηκε και εξυμνήθηκε εξ’ ίσου.

Από αρχαιοτάτων χρόνων, ο χώρος υπήρξε ιερός και δεν επιτρεπόταν η κατοίκηση από κοινούς θνητούς. Η απαγόρευση καταπατήθηκε στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου με την προσωρινή εγκατάσταση Αθηναίων που ζούσαν εκτός των τειχών, προκειμένου να προφυλαχθούν από τους Σπαρτιάτες. Τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, η περιοχή απέκτησε μόνιμους κατοίκους, Αφρικανούς σκλάβους των Τούρκων, που ζούσαν σε μικρά χωμάτινα σπιτάκια και ονομαζόταν «Μαύρες Πέτρες».

Μετά την απελευθέρωση, με διάταγμα του 1834, απαγορεύτηκε, εκ νέου, η ανοικοδόμηση κατοικιών και η περιοχή χαρακτηρίστηκε αρχαιολογική ζώνη. Όμως, αυτό δεν εμπόδισε, δύο Αναφιώτες, τον μαραγκό Γιώργο Δαμίγο και τον οικοδόμο Μάρκο Σιγάλα, να κτίσουν εκεί τα σπίτια τους, γρήγορα και κρυφά, δουλεύοντας κατά την διάρκεια της νύχτας, όπως λέγεται, εκμεταλλευόμενοι την ανοχή των αρχών, κυρίως κατά την περίοδο των πολιτικών εντάσεων που δημιουργήθηκαν μετά την έξωση του Όθωνα.

Γρήγορα ακολούθησαν και άλλοι συντοπίτες τους, που είχαν έλθει στην Αθήνα, για να δουλέψουν στα έργα ανοικοδόμησης της πόλης & στην ανέγερση των ανακτόρων. Αρχικά είχαν εγκατασταθεί οικογενειακώς, στην περιοχή του «Προάστιου» της Νεάπολης, σε μικρά οικόπεδα που τους είχε παραχωρήσει το κράτος.

Όταν το Προάστιο ενσωματώθηκε στην πόλη, επήλθε κορεσμός, οι τιμές των σπιτιών ανέβηκαν δραματικά, γεγονός που τους ώθησε να αναζητήσουν άλλη περιοχή διαμονής. Κατάληξαν στην βορειοανατολική πλευρά του βράχου της Ακρόπολης, χώρος που τους θύμιζε πολύ το τοπίο νησιών καταγωγής τους. Μόλις δημιουργήθηκε ο οικισμός, οι ευσεβείς Αναφιώτες προχώρησαν στην αποκατάσταση των δύο μεσαιωνικών εκκλησιών που οριοθέτησαν την γειτονιά.

Όπως γράφει ο Κ. Μπίρης, «η παράδοσις του νησιώτικου νοικοκυριού και η απαράμιλλη νησιώτικη μαστοριά τους ωδηγούν εις το να διευθετούν και να εκμεταλλεύονται με σοφήν συνθετικήν φαντασίαν την πλαστικότητα του εδάφους εις την κτιριολογικήν συγκρότησιν των σπιτιού των και εις την από διαισθήσεως ρυμοτομίαν του οικισμού των. Αι συνθήκαι, πάντως, της στενότητος χώρου, αλλά και οικονομικών μέσων, τους επίεζον εις το να τα διαμορφώνουν όλα εν μικρογραφία». Τα 80 σπιτάκια ήταν διαστάσεων 36 τμ., το μεγαλύτερο και 6 τμ. το μικρότερο και υπήρχε εξ’ αρχής κοινωνική και επαγγελματική ομοιογένεια και συνοχή και η σύνθεση έμεινε η ίδια μέχρι το 1922, όπου εγκαταστάθηκαν εκεί και Μικρασιάτες πρόσφυγες.

Εξ αρχής, ο οικισμός των Αναφιώτικων θεωρήθηκε αυθαίρετος οικισμός καταπατητών, ένα ξένο σώμα «ρυπαρό, εκτός τόπου και προσβλητικό του αρχαίου κάλλους» και οι πρώτες συστηματικές αντιδράσεις εκδηλώθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα, κυρίως από πνευματικούς ανθρώπους, με εξαίρεση τον Παπαδιαμάντη και τον Καρκαβίτσα. Ο λόγιος Δημήτρης Βικέλας συμβούλευε τους τουρίστες να θαυμάζουν τον Παρθενώνα από τον λόφο του Φιλοπάππου, τονίζοντας ότι από την άλλη πλευρά του βράχου υψώνονται ως τη βάση της Ακρόπολης υπολείμματα της τούρκικης πόλης και παραπήγματα νεότερης κατασκευής τα οποία την παραμορφώνουν και πρέπει οπωσδήποτε να κατεδαφιστούν.

Αρχές του 20ου αιώνα, οι αντιδράσεις, εκ μέρους υπηρεσιακών παραγόντων και αρχαιολογικών φορέων για το «προσωρινόν δημιούργημα», συνεχίστηκαν όπως και οι περιπέτειες των κατοίκων (απόγονοι των πρώτων οικιστών, «νέοι» ή «εμφυτευμένοι», όπως τους αποκαλούν οι παλιοί, που κατοικούν εκεί πάνω από είκοσι χρόνια), οι οποίοι ακόμη και μέχρι σήμερα ζουν μέσα σ’ ένα ασαφές και αρκετά ιδιόμορφο ιδιοκτησιακό καθεστώς μια και τα ακίνητα θεωρούνται απαλλοτριωμένα από το 1973, σύμφωνα με την τότε απόφαση του ΥΠ.ΠΟ.Α.

Όταν ξεκίνησαν οι διαδικασίες για τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις, ορίστηκε η αποζημίωση των δικαιούχων, στάλθηκαν ειδοποιητήρια και τα χρήματα μπήκαν στο Παρακαταθηκών & Δανείων. Ακολούθησαν έντονες, συντονισμένες αντιδράσεις από τους κατοίκους, φοιτητές, δημοσιογράφους, συλλογικούς φορείς και βουλευτές, με αίτημα την ανάκληση όλων των μέχρι τότε αποφάσεων απαλλοτρίωσης και την παραμονή άθικτου του οικισμού και της υφιστάμενης χρήσης του από τους κατοίκους του.

Αν και 27 σπίτια της τελευταίας σειράς που εφάπτονταν στον βράχο κατεδαφίστηκαν, προκειμένου να αποκατασταθεί ο αρχαίος περίπατος, μερικά είναι ακατοίκητα και έχουν μετατραπεί σε ερείπια, τα Αναφιώτικα, με τα χαρακτηρισμένα ως διατηρητέα εναπομείναντα 45 σπίτια που συντηρούνται, με μεράκι, από τους ενοίκους τους (65 κάτοικοι, σύμφωνα με τα στατιστικά του 2015), παραμένουν μία γειτονιά – ίσως η μοναδική της Αθήνας – που κατάφερε να διατηρήσει τα αυθεντικά χαρακτηριστικά της μέσα σε μία πόλη που γιγαντώθηκε και μεταβάλλεται συνεχώς και όχι πάντα προς το καλύτερο.
Τα Αναφιώτικα παραμένουν ένα αρχιτεκτονικό κειμήλιο της Αθήνας, μία αρχιτεκτονική ενότητα μοναδική.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Καιροφύλλας Γιάννης, ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ, ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΧΩΡΩΝ, Εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα, 1995.
  2. Καιροφύλλας Γιάννης, «Στης Πλάκας τις ανηφοριές…», Εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα, 2007.
  3. Καυταντζόγλου Ρωξάνη,  Στη σκιά του Ιερού Βράχου.  Τόπος και Μνήμη στα  Αναφιώτικα (2010) ΕΚΚΕ/Ελληνικά Γράμματα 3η έκδοση.  Αθήνα, 2010.
  4. Μπίρης Κώστας, ΑΙ ΑΘΗΝΑΙ. ΑΠΟ ΤΟΥ 19ου ΕΙΣ ΤΟΝ 20ον ΑΙΩΝΑ, Εκδ. «ΜΕΛΙΣΣΑ», Αθήνα, 1995
  5. Σκουμπουρδή Αρτεμις.  ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ-ΠΛΑΚΑ.  Οι γειτονιές των θεών, Εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2016.
  6. Σημείωμα του βουλευτή Αθηνών Γεράσιμου Αποστολάτου, στα «Αθηναϊκά”, με τίτλο «ΤΑ ΑΝΑΦΙΩΤΙΚΑ». Εκδ.  «Σύλλογος Αθηναίων», Τεύχος 66,  Αθήνα 1977.

NEWSLETTER

Πρωτογενή άρθρα και καινούργιο περιεχόμενο στο email σας κάθε 15 ημέρες

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

Ακολουθήστε το κανάλι μας στο Youtube εδώ

JUST A NUMBER

Εγγραφείτε στο Newsletter μας

Τα πιο ενδιαφέροντα άρθρα στο email σας, κάθε 15 ημέρες!

JUST A NUMBER

Εγραφείτε στο Newsletter μας