«Η ιδανική Ελλάδα της ζωγραφικής του», τίτλος της έκθεσης στην Εθνική Πινακοθήκη (5/7/2022 -9/4/2023).
150 Έργα και 70 σχέδια.
(Επιμελήτρια Ζήνα Καλούδη)
Δεν υπάρχει όριο ηλικίας για την εσωτερική αγωνία του ανθρώπου μπροστά στο αμετάκλητο τέλος.
Όλοι πορευόμαστε νομοτελειακά προς την τελευταία διαδρομή του υπέροχου ταξιδιού της ζωής και μοιραία κάποια στιγμή αναζητάμε το εσωτερικό φως που θα οδηγήσει την ψυχή μας στην μετάβαση από τον υλικό κόσμο στην αιωνιότητα.
Αυτό το υπερβατικό φως απεικονίζεται μοναδικά στα θρησκευτικά έργα του Κωνσταντίνου Παρθένη και είναι η υπέρτατη εσωτερική τελείωση, για κάθε άνθρωπο, η θέαση της εξιστόρησης του Αγίου Πάθους από τον «Πρωτεϊκό» ζωγράφο που άγγιξε τα όρια της υπερβατικής μέθεξης με το θείο. Τα κατανυκτικά έργα του Κωνσταντίνου Παρθενη εξιστορούν με αιθέριες χρωματικές αποχρώσεις την πεμπτουσία του Θείου Δράματος που μεταφορικά παραλληλίζεται με την μεταφυσική διαδρομή του πιστού προς την αναζήτηση της λύτρωσης.
Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ του Χριστού συμβολίζει τη νίκη της ζωής επί του θανάτου και μας χαρίζει την προσδοκία της πνευματικής αθανασίας. Δεν είναι μόνον ένα θρησκευτικό κορυφαίο δρώμενο, αλλά ένα προσωπικό εσωτερικό μας βίωμα που μας οδηγεί στην λύτρωση και την υπαρξιακή μας αναγέννηση.
Το θρησκευτικό ιστορικό δράμα του Αγίου Πάθους στάθηκε πηγή έμπνευσης για τον σπουδαίο κοσμοπολίτη, νεωτεριστή ζωγράφο με τις βυζαντινές επιρροές και την καθοριστική σφραγίδα του El Greco.
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια από πατέρα ‘Ελληνα και Ιταλίδα μητέρα απέκτησε Ευρωπαϊκή παιδεία και ακολούθησε το Γαλλικό ρεύμα των συμβολιστών ζωγράφων ‘Nabis’ με δικούς του αλληγορικούς κωδικούς και έντονη την ποιητική διάσταση.
Με χρώματα αιθέρια, στα όρια της αφαιρεσης, συνθέτει ονειρικά τοπία λουσμένα στο «άκτιστο φως» της Βυζαντινής αγιογραφίας.
Έζησε στο Παρίσι στη Βιέννη, στη Βενετία μελετώντας την Αναγέννηση και παράλληλα παρακολουθώντας όλα τα σύγχρονα ρεύματα της Ευρωπαϊκής πρωτοπορίας. Δίδαξε στην Σχολή Καλών Τεχνών και σφράγισε καθοριστικά την γενιά του´30 ως βασικός εκπρόσωπος του Μοντερνισμού.
Κάθε μάθημα του απέπνεε μυστικισμό και η πρωτοποριακή διδασκαλία του σφράγισε την ελληνική ζωγραφική του 20ου αιώνα.
Μαθητές του υπήρξαν ο Γ. Τσαρούχης, Ν. Εγγονόπουλος, Π. Τέτσης, Γ. Μιγάδης, Δ. Πικιώνης.
Απέναντι στην Ακρόπολη, το αιώνιο σύμβολο της αισθητικής τελειότητας, έκτισε το εμβληματικό του ‘atelier’ σε σχέδια του Δ. Πικιώνη.
Το 1938 παρουσίασε την μεγάλη αναδρομική του έκθεση στην Μπιεννάλε της Βενετίας. Στο τέλος της πολυτάραχης και δημιουργικής ζωης του οι εσωτερικοί του «δαίμονες» τον οδήγησαν σε εκούσιο εγκλεισμό, στα όρια της ευαίσθητης ψυχικής ισορροπίας του.
Εραστής του υπερβατικού κάλλους, της μυθολογίας, και του ελληνικού αλληγορικού τοπίου άφησε μια αρχετυπική εικαστική παρακαταθήκη που με τρόπο μοναδικό παρουσίασε σε μια εμβληματική αναδρομική έκθεση, η αείμνηστη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα – ως «κύκνειο άσμα» της.