Ανήκω στη γενιά όπου αγόρια και κορίτσια φορούσαν στο σχολείο ποδιές στο Δημοτικό με άσπρο γιακά στο λαιμό, με κουμπάκια αυτός, αποσπώμενος, για να πλένεται και να αλλάζεται πιο εύκολα. Στη συνέχεια στο Γυμνάσιο, η ποδιά παρέμενε για τα κορίτσια καθώς και η άσπρη κορδέλα στα μαλλιά, και για τα αγόρια συνήθως γκρι παντελόνι, άσπρο πουκάμισο, μπλε πουλόβερ …με ανεπαίσθητες παραλλαγές… Όλα αυτά, ιδιαίτερα αυστηροποιημένα τον καιρό της χούντας. Στο σχολείο μου στο Γυμνάσιο, στο Αμερικανικό Κολλέγιο Θηλέων, είχαμε το ύψιστο στυλιστικό προνόμιο της στολής – κατά τα αμερικανικά πρότυπα: Γκρι φούστα με πιέτες, κοντομάνικο άσπρο πουκαμισάκι και twin set μπλούζα-ζακέτα, με επιλογή χρώματος μπλε, γκρι, κυπαρισσί. Να ομολογήσω εδώ ότι στα 12 μου χρόνια αυτή η στολή ήταν ο νούμερο ένα λόγος που ήθελα να πάω σε αυτό το σχολείο, για να ξεφύγω από τη βαρετή ποδιά! (Για να βελτιώσω κάπως την αλγεινή εντύπωση που αφήνω με αυτή την ομολογία, να πω ότι ο αμέσως επόμενος λόγος προτίμησης μου ήταν η τεράστια, δανειστική σχολική βιβλιοθήκη, όπου καταλάγιαζε κάπως η τεράστια κι ακόρεστη πείνα μου για τα βιβλία.)
Είτε με στολή πάντως, είτε με ποδιά η ζητούμενη ομοιομορφία ήταν εξασφαλισμένη – ακόμα κι αν προσπαθούσαμε να τη διανθίσουμε με προσωπικές πινελιές, βλ. παρεκτροπές στα χρώματα, στο μήκος της φούστας, και άλλα τέτοια, από τα οποία μας επανέφεραν αμέσως οι αρμόδιοι φρουροί του ήθους και της συμπεριφοράς μας.
Πόσο σοφός ήταν αυτός ο θεσμός της ομοιομορφίας, όμως. Το μήνυμα ήταν ότι δεν ξεχωρίζεις με τα ρούχα σου αλλά με άλλα, άυλα και πιο ουσιαστικά προσόντα. Ότι στην τάξη είμαστε όλοι ίσοι μεταξύ ίσων, και η φιλομάθεια, η επιμέλεια και το ήθος είναι τα καλύτερα στολίδια που μπορείς (και πρέπει) να κερδίσεις μόνος σου.
Και πόσο ανακουφιστικός επίσης ο θεσμός της στολής και της ποδιάς για τους γονείς που δεν επιβαρύνονταν με σκοτούρα και χρήμα για να αλλάζουν κάθε μέρα ρούχα και αξεσουάρ τα βλαστάρια τους στο σχολείο.
Κι ύστερα σιγά-σιγά άρχισαν όλα να είναι (τάχα μου) «ελεύθερα». Περάσαμε στο μεταβατικό στάδιο της φόρμας και του φούτερ, με το σήμα του σχολείου ενίοτε, που φοριόταν όχι μόνο για τις (ελάχιστες) ώρες της γυμναστικής, αλλά όλες τις ώρες. Και μαζί, υποδόρια, πέρναγε ο ταξικός (και τοξικός) ανταγωνισμός: Γιατί το «σινιέ» παπούτσι (αυτό με το οικολογικό δεντράκι για σήμα), το μπλουζάκι με κεντημένο το κροκοδειλάκι, το άλογο του πόλο, τον τάρανδο (!) και άλλα τέτοια iconic brands σε μεγέθη ανηλίκων και τιμές ενηλίκων σήμαιναν, καθόλου ανυποψίαστα, τον διαχωρισμό των τάξεων σε «έχοντες» και «μη έχοντες», εξ απαλών ονύχων.
Και μετά, σάρωσε η ασυδοσία.
Η τάξη έγινε πασαρέλα: Κορίτσια- γυναικάρες με κοντά, εφαρμοστά, τσίτα, σορτσάκια το καλοκαίρι ή έξω μέση με κομμένα φούτερ, με ψεύτικα μακριά νύχια, ψεύτικες βλεφαρίδες, επαγγελματικό μακιγιάζ.
Η τάξη …μυρίζει μολότοφ: Αγόρια μαυροντυμένα πατόκορφα, με κρίκους στα αυτιά, στα ρουθούνια, με κουκούλες …εσωτερικού χώρου, τίγκα στα τατουάζ, σαν έτοιμα (…από καιρό, σαν αντρειωμένα…) για τη διαδήλωση.
(Να αναρωτιέσαι κάπου για το πού είναι οι γονείς που τα βλέπουν να φεύγουν έτσι για το σχολείο. Τα βλέπουν; Ή δεν τολμούν να τους μιλήσουν; ).
Για μένα η πιο επικίνδυνη συνέπεια της ασύδοτης ελευθερίας στη σχολική περιβολή δεν είναι μόνο θέμα αισθητικής (αν και σπουδαίο θέμα κι αυτή). Είναι η κατάλυση κάθε έννοιας σεβασμού προς τους θεσμούς και τους χώρους, γενικότερα. Αρχίζοντας από το σχολείο, προχωράμε και βλέπουμε νύφες ημίγυμνες στην εκκλησία, μαγιό και παρεό στα επισκέψιμα μοναστήρια, με στρινγκ μαγιό στα νησιώτικα λεωφορεία (αυτό είναι κι ανθυγιεινό!) είδαμε κάποτε – ευτυχώς όχι πια αλλά ποτέ δεν ξέρεις – παντόφλες και βερμούδες στη Βουλή, σαγιονάρες στο Προεδρικό Μέγαρο.
Όλα στο όνομα του αντικομφορμισμού; Της κατάλυσης της μπουρζουαζίας – λέμε τώρα; Της δήλωσης «Είμαστε μάγκες εμείς, δεν μπαίνουμε σε καλούπια σαν τους χαζο-ευρωπαίους»;
Σκέφτομαι, ίσως εμμονικά, ότι, ουσιαστικά, όλα άρχισαν με εκείνη τη βάρβαρη και κακοτράχαλη διαδρομή: Από την ποδιά στο σορτσάκι.