Search
Close this search box.

Όταν φεύγουν τα αποδημητικά παιδιά, επιστρέφουν τα αποδημητικά όνειρα

Τη γνώρισα σε ερημωμένο, μικρό ορεινό χωριό της Κρήτης.
Επιχειρηματίας. Ετών εβδομήντα πέντε παρακαλώ, η κυρία Ελευθερία.
CEO και διευθύνων σύμβουλος του ενός και μόνου καφενείου στην πλατεία του χωριού.

Σε μια ολάνθιστη μικρή πλατεία με την εκκλησία στο κέντρο της. Γεμάτη παντού καλοπεριποιημένα φυτά, βιγόνιες, αγιοκλήματα, κατηφέδες, γεράνια, μπουκαμβίλιες, βασιλικούς. Ένα άρωμα, μια πανδαισία.

Η κυρία Ελευθερία μας σέρβιρε μια τέλεια γιγάντια ομελέτα με τηγανητές πατάτες, που είναι και τοπικό πιάτο. Κάθησε μαζί μας και μας είπε τις ιστορίες της. Πώς μεγάλωσε τα παιδιά της από αυτό εδώ το καφενείο, και τώρα ζουν σπουδαγμένα και τα δυό στην Αθήνα. Πώς έχασε τον άνδρα της νωρίς, αλλά και πώς έχασε και την αδελφή της νωρίς, ώστε μεγάλωσε και τα ανήψια της, που πλέον έχουν καλοπαντρευτεί κι αυτά στην Αθήνα.

Ερήμωσε το χωριό μας. Φύγαν όλοι. Μείναμε πέντε, δέκα γερόντοι, και όσοι τουρίστες περάσουν από δω το καλοκαίρι για καφέ.
-Άδειασε η φωλιά, αλλά όχι η καρδιά … μου λέει.
-Βλέπεις όλα αυτά εδώ τα γεροντάκια; Τι θα γίνουν αν κλείσω εγώ το καφενείο και πάω να ζήσω στην Αθήνα, στα παιδιά μου, που επιμένουν; Ασε που δεν κάνω ουτε ώρα εγώ στην Αθήνα;

Τα «γεροντάκια» αποκάρωναν ήδη στον καφενέ της στα διπλανά τραπέζια και μερικά ήταν και νεότερα από την Ελευθερία, αλλά ήταν πασιφανές πως αυτή ένιωθε ακόμα κορυτσούδι.

-Ναι, αλλά πώς περνάς τον καιρό σου εδώ κυρία Ελευθερία; Μόνη σου πιά;
-Μόνη; Ποια μόνη; Εγώ; Για μένα λες;
-Για κοίτα εδώ, μου λέει…
Και μου δείχνει όλη την πλατεία, σαν να είναι το χωράφι της.
Όλα τα τοιχάκια της εκκλησίας στην πλατεία είναι γεμάτα γλάστρες. Κάτω από κάθε στύλο της ΔΕΗ ένα όργιο φυτών. Δύο τρία ερημωμένα σπίτια, απ’ έξω να έχουν πεντακάθαρες ολάνθιστες γλάστρες.
-Ναι βλέπω, κυρία Ελευθερία, η κοινότητα τα έχει αναλάβει όλα αυτά;
-Όχι μου λέει, εγώ τα έχω φτιάξει όλα. Εμένα αυτά είναι η παρέα μου… κάθε πρωί βγαίνω, τους λέω καλημέρα, και ποτίζω!
-Καλά και δεν σου φτάνανε οι γλάστρες σου εδώ, στο καφενείο σου;
-Μα τι λες, αφού μπορώ να φτιάξω όλη την πλατεία, και να απολαμβάνω τέτοια παρέα;

-Κοίτα, στην αρχή όλη μας η ζωή είναι τα παιδιά μας. Καρδιοχτυπάμε, δουλεύουμε κι αναστενάζουμε γι’ αυτά. Αλλά αν θέλουμε το καλό τους, θα τα αφήσουμε να πετάξουν, να φύγουν από την αγκαλιά μας, να αποδημήσουν. Να περπατήσουν το δικό τους δρόμο, με τη ευχή μας. Θα μου πεις, μάθαμε να είναι η αγκαλιά μας γεμάτη από τα παιδιά μας, και όταν πρωτοφεύγουν, έχουμε πια ξεμάθει να κάνουμε άλλα όνειρα. Και μαθαίνουμε ξανά από την αρχή. Έρχονται άλλα στη ζωή μας, που πριν δεν τα ξέραμε.
Εγώ μπορεί να έχω τα παιδιά μου μακριά, και κανέναν δικό μου εδώ πια, αλλά κάθε μέρα έχω σχέδια και όνειρα, που δεν έκανα ποτέ πριν. Έχω αναλάβει την πλατεία μας… Την κρατώ λουλουδιασμένη, όμορφη, σκουπισμένη. Έχω κάτω από τα φτερά μου τους πρόσφυγες εργάτες που ζουν εδώ στο χωριό μας, και δουλεύουν στα χωράφια. Είναι οι μόνοι νέοι στο χωριό μας. Όλοι οι υπόλοιποι έχουν φύγει στις πόλεις. Μείναμε εμείς οι μεγάλοι, και αυτά τα παιδιά από Πακιστάν, Μπαγκλαντες, Ινδία. Με φωνάζουν «μάμα». Περίμενε!
Τρέχει μέσα στα άδυτα του καφενείου η κυρία Ελευθερία και ξαναβγαίνει φορτωμένη πολλά και διάφορα.
-Να δες αυτή τη λευκή μαντήλα, μου την έστειλε η μαμά του Φουρκάν. Κι αυτό το τραπεζομάντηλο μου το έφερε από την πατρίδα του ο Ιμράν. Δεν είναι πολύ ωραίο; Δες κι αυτό το κέντημα.

Αφέθηκε να κοιτά στοχαστικά μπροστά της, τα καλούδια από τη Μπαγκλαντες και το Πακιστάν, και με γελαστό πρόσωπο είπε τη μαντινάδα της:
«Τα μάτια μου μικράνανε, και να απου γρυλλώνω
για να θωρώ ντο τ’όμορφο, να τ’ αποκαμαρώνω»

Τη σημείωσα στο κινητό.
Της ζήτησα και σέλφι.
Και όλα αυτά στο χωριό Αγιος Γεώργιος του Οροπεδίου Λασιθίου.

NEWSLETTER

Πρωτογενή άρθρα και καινούργιο περιεχόμενο στο email σας κάθε 15 ημέρες

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

Ακολουθήστε το κανάλι μας στο Youtube εδώ

Πρόσφατα άρθρα

JUST A NUMBER

Εγγραφείτε στο Newsletter μας

Τα πιο ενδιαφέροντα άρθρα στο email σας, κάθε 15 ημέρες!

JUST A NUMBER

Εγραφείτε στο Newsletter μας