Η θεία Μελπομένη πήρε τα αποτελέσματα για το ζάχαρο, είναι αρκετά τσιμπημένο και η γλυκοζιωμένη ακριβώς στο όριο. Μάλλον θα πάρει φάρμακο πια.
Ευτυχώς, ο μικρός δεν έχει πολύ αυξημένα λευκά και το τεστ βγήκε αρνητικό. Αντιπυρετικό και πολλά υγρά είπε ο παιδίατρος.
Οι εξετάσεις της Ελένης, που πρόσφατα ντύθηκε νύφη κι άρχισαν ξαφνικά να πέφτουν τα μαλλιά της. δεν δείχνουν κάτι παθολογικό. Πεντακάθαρες. Αντίθετα, ο Νίκος που είχε τρέξει και στον Μαραθώνιο, εμφάνισε στα 46 του αυξημένη χοληστερίνη. Η μόνη που δείχνει εντελώς περδίκι είναι η γιαγιά. Κοντεύει τα 80 και, σύμφωνα με τους δείκτες των αιματολογικών της εξετάσεων, είναι πιο τούρμπο κι από σαραντάρα.
Ωραίοι αριθμοί, τακτικά γραμμένοι ο ένας κάτω από τον άλλο, σε αντιπαραβολή με τις φυσιολογικές τιμές. Ξεκάθαρα αποτελέσματα, καθένας σχεδόν μπορεί να καταλάβει αν είναι καλά και πόσο, ενώ σχεδόν όλοι γνωρίζουμε ότι, με λίγη προσοχή και εξωτερική βοήθεια, πιθανότατα θα σφύζουμε από υγεία τα επόμεναχρόνια. Μόνο η Ελένη αγωνίζεται να καταλάβει γιατί καμία ιατρική αγωγή δενμπορεί να εμποδίσει την ανελέητη πτώση των μαλλιών της. Όπως και η Μαρίνα, η παλιά συμμαθήτριά της, δεν καταλαβαίνει γιατί, εκεί που βλέπει μια ταινία, την πιάνει ξαφνικά ταχυκαρδία και νομίζει ότι θα πεθάνει από ανακοπή. Σιχαμένο σύμπτωμα. Κρίση πανικού, λέει ο παθολόγος, πρέπει να προσπαθεί να ηρεμήσει.
Κι αν οι μισοί από εμάς απολαμβάνουμε την ευλογία των λογικών συνειρμών και των ιατρικών παρεμβάσεων που κρατούν τις τιμές λειτουργίας του οργανισμού μας σε φυσιολογικά επίπεδα, τουλάχιστον οι άλλοι μισοί -αν όχι δέκα φορές τόσοι- ξυπνάμε και κοιμόμαστε μέσα σε μια εσωτερική φουρτούνα που δυσκολεύει με τον παραλογισμό της τη φυσιολογική λειτουργία μας μέσα στην καθημερινή ζωή.
Είμαστε τα παιδιά που βρίσκουμε πιο εύκολο καταφύγιο στην οργανωμένη βία, παρά στο περιβάλλον του σπιτιού μας. Είμαστε οι νέοι ενήλικες που βλέπουμε τη ζωή σαν βουνό και δεν ξέρουμε από πού να πιαστούμε, είμαστε οι μεγαλύτεροι ενήλικες που νιώθουμε ότι τελείωσαν οι χαρές και οι προσδοκίες μας για το (οποιοδήποτε) μέλλον – είμαστε τα πολλά εκατομμύρια των ανθρώπων που πάσχουμε από κατάθλιψη και άλλες βουβές διαταραχές της ψυχικής υγείας μας, από αυτές που δεν εμφανίζονται καθαρογραμμένες στο τακτικό τσεκ-απ.
Ναι, φταίει και η πανδημία που ζήσαμε, λένε οι έρευνες. Φταίει ο ρυθμός της ζωής, η αποξένωση, οι εξαντλητικές ευθύνες και απαιτήσεις, οι γονείς, οι παππούδες – όλοι ξέρουμε, αλλά και κανείς δεν ξέρει γιατί αυξάνονται κατακόρυφα οι ασθένειες της ψυχής, αυτής της προσωπικής αβύσσου κάθε ανθρώπου που έχει τη δύναμη να εξαντλεί τις δυνάμεις που τον οδηγούν στη χαρά.
Μακριά από μένα οι συνταγές και τα εύκολα ευχολόγια. Έφτασα κι εγώ κάποτε στα βαθιά του σκοταδιού, ζήτησα βοήθεια, αφοσιώθηκα στη φροντίδα του εαυτού μου και βρήκα ξανά τη χαρά, διευκολύνοντας τη ζωή μου και τη ζωή των γύρω μου. Έμαθα όμως -και αυτό επιθυμώ να μοιραστώ- ότι δεν ήμουν η μόνη, δεν ήμουν η εξαίρεση, δεν είναι ταμπού να συζητάμε για την υγεία της ψυχής μας, όπως συζητάμε για τις τιμές της χοληστερίνης μας, δεν είναι ταμπού να χτυπάμε την πόρτα των ειδικών, να ζητάμε βοήθεια, να παίρνουμε ένα φάρμακο, όταν χρειάζεται.
Στο μεταξύ, ας μάθουμε να ακούμε και τους γύρω μας, να διακρίνουμε τη θλίψη ή την αγωνία πίσω από ένα «μια χαρά είμαι». Και να είμαστε με όλους όσο γίνεται πιο τρυφεροί, πιο ευγενικοί, πιο ανεκτικοί, πιο έτοιμοι να τους καταλάβουμε. Γιατί, όπως λέει το φαινομενικά απλοϊκό ρητό, ποτέ δεν ξέρουμε πόσο βαθύ και σκοτεινό είναι το δάσος που διασχίζει ο απέναντί μας. Τόσο απλά.