Οδηγείς ένα ολοκαίνουργιο αυτοκίνητο από τα πολύ έξυπνα, το οποίο δεν είναι καν δικό σου ώστε, τουλάχιστον, να έχεις εξοικειωθεί με τη γλώσσα που μιλάει. Σου λέει πότε να φρενάρεις, πού να στρίψεις, σου στέλνει αλλεπάλληλα μηνύματα μέσα από τις οθόνες του και φρενάρει μόνο του για να τα διαβάσεις. Οδηγείς ένα αυτοκίνητο με εξαιρετικά αυταρχική προσωπικότητα που αναλαμβάνει διαρκώς πρωτοβουλίες με αποκλειστικό σκοπό να νιώθεις και να είσαι ασφαλής στο δρόμο.
Έτσι, κατεβαίνεις με ασφάλεια τη λεωφόρο Μεσογείων, με το stairway to heaven να σε απογειώνει μέσα από τα ηχεία. Δεν έχει κίνηση και κρατάς γερά πατημένο το γκάζι, ακριβώς στο κέντρο της λωρίδας σου, για να μην τα πάρει το όχημα στο κρανίο. Και ξαφνικά, στην κάθοδο λίγο μετά το Σταυρό, κάνει μόνο του μια απότομη κοψοτιμονιά που σου κόβει τα ήπατα. Κι όταν ρωτάς τον ιδιοκτήτη του, σου εξηγεί ότι το brilliant τετράτροχο πάτησε πάνω στην ειδική extra μπλε γραμμή της διαδρομής του Μαραθωνίου και, επειδή την πέρασε για σημάδι αλλαγής λωρίδας, σε επανέφερε βίαια στην τάξη – για την ασφάλειά σου.
Μα, αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα με την ασφάλεια: όσο και να φροντίζεις τις παραμέτρους της, στον πυρήνα της υπάρχει πάντα κάτι απειλητικά φλου.
Γλυτώνεις δηλαδή τη σύγκρουση στο κράσπεδο, την ίδια ακριβώς στιγμή που το ραδιόφωνο μεταδίδει την είδηση ότι μια από τις εναλλακτικές της επόμενης εβδομάδας είναι ο τρίτος παγκόσμιος πυρηνικός πόλεμος.
Δεν ξέρω λοιπόν αν είναι οι δυνάμεις μας που μειώνονται με την ηλικία ή η επίγνωση της επισφάλειας που πολλαπλασιάζεται γεωμετρικά.
Γιατί η ασφάλεια είναι ένα ρευστό matrix πιθανοτήτων με κολοσσιαίο ρίσκο. Είναι μια ουτοπία που, όσο είσαι παιδί συντηρεί τα όνειρά σου, αλλά με το χρόνο βρίσκει όλο και περισσότερες ευκαιρίες να επιβεβαιώνει την ευθραυστότητά της.
Θυμάμαι μια κοπέλα που, τη δεκαετία του ’80, στην ηλικία των 25 ετών, νόσησε από καρκίνο στο μαστό. Φυσικά, δεν είχε κάνει ποτέ προληπτικό έλεγχο, φυσικά δεν είχε ασφάλεια υγείας, φυσικά δεν ήξερε τίποτα για χειρουργεία και θεραπείες. Το ίδιο φυσικά, ούτε στιγμή δεν πήγε το μυαλό της στο θάνατο, διότι στα 25 ο θάνατος δεν έχει καμία θέση στο matrix των πιθανοτήτων και των ενδεχομένων σου, ενώ η ζωή είναι δεδομένη. Όπως και πάρα πολλά άλλα πράγματα.
Είναι ο χρόνος που αποδομεί τα δεδομένα, υπενθυμίζοντας ότι πρόκειται για μια λέξη που διαρκώς αυτό-αναιρείται.
Κι όσο μεγαλώνουμε τόσο πιο δύσκολο γίνεται το παιχνίδι και η ασφάλεια μετατρέπεται σε σαπουνόφουσκα: την κυνηγάς, αλλά δεν πιάνεται. Για να επιβιώσουμε, λοιπόν, πρέπει ν’ αλλάξουμε παιχνίδι και από κυνηγητό να μάθουμε… «κουτσό»! Ένα τετραγωνάκι τη φορά, ένα βήμα τη μέρα.
Η μόνη διαφορά με το παιδικό παιχνίδι είναι πως το σχέδιο κάτω από τα πόδια μας δεν είναι σταθερό, όπως το φτιάχναμε τότε με κιμωλία στο πεζοδρόμιο. Προχωράμε κι αλλάζει. Κι όσο είμαστε εδώ και μπορούμε να παίζουμε παραμένει μαγικό. Κι αυτό είναι το έπαθλο.