Γιώργος Μπουγελέκας: Η Επιστροφή του Ματαρόα

Ο Γιώργος Κ. Μπουγελέκας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957. Αποφοίτησε από το 1ο Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών. Σπούδασε Μαθηματικά στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στα Παιδαγωγικά. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός. Άλλα έργα του είναι τα ακόλουθα: «Διαβατήρια» (1η έκδοση Δωδώνη 2011, 2η έκδοση Ηλιαία 2013, 3η έκδοση Κέδρος 2019), «Ονειρική παρανομία» (Ταξιδευτής 2014) και «Ο εγγονός της Άννας» (1η έκδοση Κέδρος 2017, 2η έκδοση Κέδρος 2018).

Γνώρισα τον Γιώργο Μπουγελέκα ως συγγραφέα, από το πρώτο του βιβλίο συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Διαβατήρια». Στη συνέχεια, και σε διάστημα λίγων χρόνων διάβασα όλα τα βιβλία του που εκδίδονταν με μαθηματική συνέπεια. 

Δεν είμαι προφανώς κριτικός βιβλίων, αλλά σαν έμπειρη και «προπονημένη» αναγνώστρια, εκτίμησα αφάνταστα στη λογοτεχνική γραφή του, το γεγονός ότι γράφει για δύσκολα κεφάλαια και καταστάσεις της ιστορίας μας, με απλό, εύκολο ύφος. Κάτι που τα κάνει όπως λέμε “page turners”, και προσιτά στο μέσο αναγνώστη που αγαπάει το μυθιστόρημα, αλλά και την ιστορική αλήθεια πίσω από τη μυθοπλασία.  

– Κύριε Μπουγελέκα, το πρώτο εύλογο ερώτημα μου προς εσάς είναι πώς ένας Μαθηματικός αποφασίζει να γίνει συγγραφέας και μάλιστα το καταφέρνει με επιτυχία;

Από την παιδική μου ηλικία αγαπούσα τη λογοτεχνία. Στο σπίτι όλοι διάβαζαν και εκτιμούσαν τη λογοτεχνία και τους λογοτέχνες, την ποίηση και τους ποιητές. Αυτό ήταν άσχετο με το τυπικό μορφωτικό επίπεδο των γονέων μου. Ήταν μάλλον μία στάση ζωής. Προφανώς, και πολύ πριν γίνουν γνωστές οι θεωρητικές αναζητήσεις του Πιερ Μπουρντιέ, αυτό το περιβάλλον με επηρέασε. Να σημειώσω επίσης την παρουσία ενός σημαντικά μεγαλύτερου από εμένα στην ηλικία πρώτου εξαδέλφου, ο οποίος ήταν μία τυπική περίπτωση ενός Homo Universalis και ο οποίος παρά το γεγονός ότι δίδασκε με επιτυχία Στατική στο ΕΜΠ ήταν βαθύς γνώστης της λογοτεχνίας, της ποίησης, της μουσικής, του θεάτρου, της ζωγραφικής.

Όμως η ανάγκη να εκφραστώ λογοτεχνικά έγινε πιεστική, όταν ολοκλήρωσα μία θεματική ενότητα των μεταπτυχιακών μου σπουδών στο πεδίο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Τότε ανοίχτηκε μπροστά μου ένας ολόκληρος κόσμος. Ένας κόσμος που υπερέβαινε με την ανάλυση του τη μονοδιάστατη οπτική της ταξικής μελέτης των κοινωνικών φαινομένων -την οποία είχα μέχρι τότε αναγορεύσει ως το απόλυτο εργαλείο- και αυτή η νέα ανάλυση αναδείκνυε ολόπλευρα την πολυπλοκότητα τους. Αυτήν την προσωπική μου μετάλλαξη θέλησα να τη μοιραστώ. Και έτσι γεννήθηκε το πρώτο βιβλίο, τα «Διαβατήρια», που ήσαν διηγήματα για τον ρατσισμό και την ξενοφοβία. Φαινόμενα που τότε, στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, άρχισαν να αποκτούν μεγάλη εξάπλωση στην ελληνική κοινωνία.

Για την επιτυχία, όπως λέτε και σας ευχαριστώ,  των λογοτεχνικών μου προσπαθειών δεν είμαι ο κατάλληλος να μιλήσω. Το μόνο που θα μπορούσα να υποστηρίξω,  είναι αυτό που σχεδόν όλοι όσοι διαβάζουν τα κείμενά μου ομολογούν:  Ότι δηλαδή τα βιβλία μου έχουν ροή. Σε αυτό είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι έπαιξε ρόλο η επαγγελματική μου ενασχόληση ως εκπαιδευτικός.  

Η εξαντλητικά αναλυτική παρουσίαση των μαθηματικών εννοιών που ακολουθώ διδάσκοντας τα παιδιά,  με επηρέασε και όταν επιχειρώ να γράψω ένα λογοτεχνικό κείμενο.

– Από πού αντλήσατε την έμπνευση για το πρόσφατο βιβλίο σας «Επιστροφή του Ματαρόα»;

Το Ματαρόα είναι ένα Νεοζηλανδέζικο πλοίο, το οποίο τον Δεκέμβρη του ’45 αναχώρησε  για την Ιταλία μαζί με άλλους εκατόν πενήντα φοιτητές, επιστήμονες και καλλιτέχνες. Σκοπός όσων συμμετείχαν στην αποστολή  ήταν οι μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Για εκείνους που είχαν λάβει μέρος στην Αντίσταση το ταξίδι εκείνο, ήταν ταυτόχρονα και σωτηρία από τις διώξεις του μετα-βαρκιζιανού κράτους. Εμπνευστές και οργανωτές αυτής της πελώριας για τα δεδομένα της εποχής αποστολής, ήταν ο Οκτάβιος Μερλιέ και ο Ροζέ Μιλιέξ, διευθυντικά στελέχη του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας, που είχαν την αμέριστη συμπαράσταση του Γάλλου Πρεσβευτή Ζαν Μπαλέν. Επιδίωξη της Γαλλικής πλευράς, ήταν εκείνοι που θα κέρδιζαν την πολυπόθητη υποτροφία του Γαλλικού κράτους να είναι, πέρα από τις πολιτικές τους  πεποιθήσεις,  άνθρωποι επιστημονικά ικανοί ή καλλιτεχνικά ταλαντούχοι και σε καμία περίπτωση να μην έχουν συνεργαστεί με τους Γερμανούς. Ιστορικά,  με βάση την μετέπειτα λαμπρή πορεία της πλειοψηφίας των  υποτρόφων, επιβεβαιώθηκε ότι  οι επιλογές του Γαλλικού Ινστιτούτου ήταν εξαιρετικά εύστοχες.  

Αυτό είναι το γεγονός.

Απώτερος στόχος της Γαλλικής κυβέρνησης ήταν μέσω αυτής της αποστολής Ελλήνων υποτρόφων να δημιουργηθεί ένας μικρός «στρατός» θερμών υποστηρικτών του γαλλικού πνεύματος, κουλτούρας και γλώσσας, που όταν θα επέστρεφαν στην πατρίδα  θα λειτουργούσαν ως αντίβαρο στον πολιτιστικό ιμπεριαλισμό των Εγγλέζων και Αμερικανών που είχε αρχίσει να ξεδιπλώνεται μεθοδικά στη μεταπολεμική Ελλάδα.

Εμπνεύστηκα να γράψω για το Ματαρόα από τη σημερινή τραγική αφαίμαξη επιστημόνων και καλλιτεχνών που υφίσταται η πατρίδα μας ιδιαίτερα μετά την κρίση του 2008. Παιδιά που έμαθαν γράμματα στα ελληνικά σχολεία και φοίτησαν στα ελληνικά πανεπιστήμια εγκαταλείπουν την Ελλάδα και συνεχίζουν στο εξωτερικό μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές. Το τραγικό είναι ότι η πλειονότητα εκείνων που φεύγουν δεν επιστρέφουν, αλλά συνεχίζουν τη ζωή τους στο εξωτερικό μιας και οι συνθήκες ζωής και εργασίας που τους προσφέρονται είναι σαφώς ανώτερες εκείνων που η Ελλάδα μπορεί να τους δώσει.

Παράλληλα όμως, ήθελα να περιγράψω  με τον δικό μου τρόπο  τη δύναμη του έρωτα. Του έρωτα που καταφέρνει να ανθίζει  μέσα σε όλες τις συνθήκες, είτε αυτές είναι πολεμικές, είτε συνθήκες διωγμών, φυλακίσεων, εξοριών, κοινωνικού κατατρεγμού. Με τον ίδιο τρόπο κατάφερε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου να ανθίσει ο έρωτας  και να έρθει απρόσκλητος, αιφνιδιαστικός, ανατρεπτικός και ελπιδοφόρος για να προσφέρει τα δώρα της χαράς και της ζωής. 

– Πρόκειται για ένα ακόμα βιβλίο σας με ιστορικό – πολιτικό πλαίσιο, (εδώ τον Εμφύλιο) που όμως δεν είναι κομματικά στρατευμένο. Πόσο δύσκολη ήταν αυτή η ισορροπία για ένα συγγραφέα και ταυτόχρονα δραστήριο κομματικό μέλος;

Αρχικά να πω ότι δεν είμαι ιστορικός. Όμως και στα δύο ιστορικά μυθιστορήματα που έγραψα πρώτη μου έννοια ήταν η ιστορική αλήθεια. Ομολογώ ότι όπου η αλήθεια αυτή ξεπερνούσε μια στενή οπτική του κομματικού αφηγήματος, προτιμούσα την αλήθεια. Στο βιβλίο αναφέρω μάλιστα την άποψη του Νίκου Σβορώνου, ότι δηλαδή η γραμμή ενός κόμματος μπορεί να αλλάζει, όμως η ιστορία που θέλει να στηρίζεται στον αλήθεια πρέπει να κάνει τη δουλειά της πέρα από τις πολιτικές. Πάντως, ακολουθώντας την οδηγία του Λευκαδίτη ιστορικού δεν αντιμετώπισα προβλήματα.

– Τα πρόσωπα της μυθοπλασίας πλέκονται φυσικά και πειστικά με υπαρκτά, ιστορικά πρόσωπα, επιβάτες του Ματαρόα όπως πχ. Ελλη Αλεξίου, Σβορώνος, Αξελός… Τους δίνετε τον λόγο τόσο πειστικά που μπαίνω στον πειρασμό να ρωτήσω, είχατε γνωρίσει προσωπικά κάποιον ή κάποια από τους επιβάτες του Ματαρόα;

Έχω μιλήσει και κατέγραψα τις προσωπικές μαρτυρίες ανθρώπων που με γνώρισαν, ή ήταν στενοί συγγενείς επιβατών του Ματαρόα. Δεν περιορίστηκα στη βιβλιογραφική έρευνα. Επιπλέον κατέφυγα και στις αρχειακές πηγές που απλόχερα μου προσφέρθηκαν από τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας. Σημαντική βοήθεια μου δόθηκε επίσης και από το έργο αυτών των πρωταγωνιστών της «Υποτροφιάδας».

– Η θεματολογία των βιβλίων σας αναφέρεται κυρίως στις μειονότητες, τους πρόσφυγες/μετανάστες, τους Εβραίους, τους οιονεί διωκόμενους και κατατρεγμένους. Υπάρχει κάποιο προσωπικό βίωμα στο υπόβαθρο;

Το προσωπικό βίωμα σχετίζεται με την προσφυγική μου καταγωγή και με την ιδεολογική τοποθέτηση της οικογενείας μου που αντιμετώπισε προβλήματα στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.

– Ποιός, πιστεύετε, οδηγεί την πέννα σας όταν συγγράφετε, ο πολιτικοποιημένος ενεργά ή ο λογοτέχνης;

Η άποψη μου είναι ότι οι δύο αυτές ταυτότητες δεν αλληλοαναιρούνται. Είναι όμως πολύ σημαντικό η όποια συγγραφική επιλογή του λογοτέχνη να μην γίνεται όργανο της κομματικής γραμμής. Προέχει η ανεξαρτησία του δημιουργού. Είναι μάλιστα ένα από τα θέματα που θίγονται στο βιβλίο.  Πιο συγκεκριμένα αναδεικνύεται η σταλινική λογική της εποχής που συνέβαλε  στη ρευστοποίηση της οργάνωσης των αντιστασιακών υποτρόφων στο Παρίσι.

– Ως αναγνώστης, ποιο είδος λογοτεχνίας απολαμβάνετε περισσότερο;

Ομολογώ ότι απολαμβάνω ιδιαίτερα το ιστορικό μυθιστόρημα. Εκεί  δηλαδή που η απόλαυση του κειμένου συναντά την ιστορική γνώση. Επίσης αγαπώ την ποίηση και την  κοινωνική λογοτεχνία. Αγαπημένοι μου συγγραφείς είναι ο Στρατής Τσίρκας, ο Δημήτρης Χατζής και η Άλκη Ζέη. Προφανώς δεν μπορώ να μην αναφέρω τον Ντοστογιέφσκι, τον Χέμινγουεϊ και τον Μαρκές. Διαβάζω κυρίως ελληνική ποίηση και αγαπώ τον Ρίτσο, τον Σεφέρη, τον Αναγνωστάκη και τον Ανδρέα Κάλβο.

– Κάποιες αγαπημένες συνήθειες της καθημερινότητας σας;

Αγαπώ τα ταξίδια, τη φιλική συναναστροφή, το διάβασμα, τον κινηματογράφο και το θέατρο.

– Κύριε Μπουγελέκα, κλείνοντας θέλετε να απευθύνετε ένα προσωπικό μήνυμα στους αναγνώστες του ψηφιακού μας περιοδικού ;

Αρχικά αισθάνομαι την ανάγκη να σας συγχαρώ για την εξαιρετική αυτή προσπάθειά σας. Έχοντας εκδώσει σε ηλικία 54 ετών το πρώτο μου βιβλίο ομολογώ, ότι ταυτίζομαι απόλυτα με το όνομα και τη φιλοσοφία του περιοδικού σας. 

Επιπλέον, όντας υπέρμαχος της αναπτυξιακής ψυχολογίας , πιστεύω ακράδαντα ότι από τη στιγμή που υπάρχει ικανοποιητική υγεία-και η επιστήμη συμβάλλει αποφασιστικά σε αυτό-η ανθρώπινη ανέλιξη μπορεί και πρέπει να είναι διαρκής και η ηλικία πράγματι να είναι just a number.

Κύριε Μπουγελέκα σας ευχαριστώ θερμά και εύχομαι κάθε επιτυχία για όλα σας τα εγχειρήματα και σχέδια! Και βέβαια, ευχές για μια προσωπική ζωή..just a number!!

Λέξεις κλειδιά

NEWSLETTER

Πρωτογενή άρθρα και καινούργιο περιεχόμενο στο email σας κάθε 15 ημέρες

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

Ακολουθήστε το κανάλι μας στο Youtube εδώ

JUST A NUMBER

Εγγραφείτε στο Newsletter μας

Τα πιο ενδιαφέροντα άρθρα στο email σας, κάθε 15 ημέρες!

JUST A NUMBER

Εγραφείτε στο Newsletter μας