Το Κολλέγιο Αθηνών, γιορτάζει φέτος 100 χρόνια αιώνα εντυπωσιακής ιστορίας, ουσιαστικής & πολυσχιδούς προσφοράς στην εκπαιδευτική και πολιτιστική ζωή της Ελλάδος.


Στο πλαίσιο των εορτασμών της Εκατονταετηρίδας, έχουν προγραμματισθεί μια σειρά από εκδηλώσεις και δράσεις που θα αναδείξουν τα επιτεύγματα της µακρόχρονης πορείας του, καθώς και τους πρωτοποριακούς θεσμούς που έχουν διαμορφώσει την ξεχωριστή προσωπικότητά του. Αυτές, εστιάζονται σε εκπαιδευτικά συνέδρια, στον αθλητισμό καθώς και στις καλές τέχνες, η καλλιέργεια των οποίων αποτελεί έναν βασικό πυρήνα της εκπαίδευσης που το Κολλέγιο παρέχει στους μαθητές του.
Ήδη, σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους του Κολλεγίου, πραγματοποιείται η ατομική έκθεση της καταξιωμένης γλύπτριας Αλεξάνδρας Αθανασιάδη, η «Ποµπή προς την πόλη». Η έκθεση με τα 35 έργα – γλυπτά και επιτοίχια – χωρίζεται σε θεματικές ενότητες (άλογα, θώρακες, μνήμες, γραφές) και αναπτύσσεται σε εσωτερικούς και υπαίθριους χώρους του Σχολείου (φουαγιέ του Θεάτρου, Βιβλιοθήκη, Μπενάκειο Διδακτήριο), με κεντρικό εκθεσιακό χώρο το προαύλιο του Θεάτρου (Bookis Plaza).
Τα εκθέματα είναι τοποθετημένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε «να μην εμποδίζουν τα παιδιά και τη μάθηση» αλλά να “κατοικούν” ανάμεσα τους και να τα φέρνουν σε καθημερινή επαφή με την τέχνη. Όπως ανέφερε ο επιμελητής της έκθεσης, Θεόφιλος Τραμπούλης, για να τα βάλουν, χρειάστηκε ν’ ανατρέξουν στην ιστορία του Κολλεγίου, σκοπός της ίδρυσης του οποίου, το 1925, ήταν να προετοιμάσει πολίτες χρήσιμους στην αναδιάρθρωση της χώρας, σε μία εποχή έντονων πολιτικών αναταραχών και κοινωνικών ανακατατάξεων.
Από τα πρώτα κιόλας χρόνια λειτουργίας του Κολλεγίου το ενδιαφέρον δεν επικεντρωνόταν μόνο στα μαθήματα ή την κοινωνικοποίηση, αλλά ήταν στραμμένο προς στη διδασκαλία της πολιτειακής αγωγής και στην καλλιέργεια της κριτικής και πολιτικής σκέψης, όπως δείχνει και ο πυκνός σε συμβολισμούς θυρεός. Φέτος, το πάλαι ποτέ “Ανδρας τρέφον” του λογότυπου του θυρεού, αντικαταστάθηκε από το “Πολίτας Τρέφον“, απευθυνόμενο πλέον σ’ όλους τους πολίτες και όχι μόνο στους άρρενες, όπως συνέβαινε όσο το σχολείο δεν ήταν μικτό. Η έκθεση πραγματεύεται την “πολιτειότητα” και τα έργα εντάσσονται σ’ αυτήν την αφήγηση.




Τα Άλογα, αιώνια σύμβολα ομορφιάς, δύναμης και ελευθερίας, φτιαγμένα από πολυκαιρισμένα ξύλα και φθαρμένα μέταλλα, με ανοιχτό τον χώρο στο κέντρο του σωμάτων τους, που τα καθιστά σχεδόν διάφανα και παιγνιώδη χαρακτηριστικά, υποβάλλουν την ιδέα της πομπής, κατευθυνόμενα προς το θέατρο, το οποίο είναι ο δεύτερος πόλος της πόλης μετά το διδακτήριο. Σχολείο και θέατρο λειτουργούν ως μηχανισμοί πολιτικής αγωγής.

Μπροστά στο θέατρο και διάσπαρτοι στην πλατεία, στέκονται οι ακέφαλοι Θώρακες, που αναπαριστούν ταυτόχρονα πανοπλίες (εργαλεία πολέμου) αλλά και το κεντρικό μέρος του ανθρώπινου σώματος, που είναι η πηγή της ζωής. Αν και με την πρώτη ματιά φαίνονται στιβαροί και ρωμαλέοι, παρατηρώντας τους ο θεατής βλέπει πάνω τους τρύπες και ανοίγματα. «Με αυτούς προβάλλεται η ιδέα του τραυματισμένου πολίτη», εξηγεί η εικαστικός και συνεχίζει. «Δεν κρύβουν ούτε τη φθορά τους, αλλά ούτε και τις πληγές τους, μια και δεν ανήκουν σε θεούς ή ήρωες, αλλά σε πολίτες, δυνατούς από τη συνύπαρξή τους αλλά και ταυτόχρονα μέρος της πόλης που τους προστατεύει. Οι δυνατοί πολίτες, βρίσκονται στο θέατρο και στον δημόσιο χώρο της πόλης, δεν κρύβουν τα τραύματά τους. Ο μόνος τρόπος να επικοινωνήσουμε είναι, αν είμαστε ευάλωτοι, να δείξουμε τον πραγματικό εαυτό μας, να μην κρυβόμαστε ούτε να προστατευόμαστε τόσο πολύ. Αυτό όμως απαιτεί κουράγιο».

Στις “Μνήμες“, αποτελούμενες από objet trouvés – αντικείμενα, κυρίως ξύλα, που έχει βρει η καλλιτέχνιδα ξεβρασμένα από τη θάλασσα, πεταμένα στους δρόμους ή σε καμένες πλαγιές, ενώ κυριαρχεί το ανθρώπινο στοιχείο, υπάρχει ασάφεια ως προς τη μορφή και στην προσπάθεια του ο θεατής να καταλάβει τι αναπαριστούν, αμέσως το νόημα χάνεται. Η επεξήγηση της Αλεξάνδρας Αθανασιάδη είναι λίαν ενδιαφέρουσα: «Οι μνήμες στη ζωή δεν είναι και τόσο συγκεκριμένες. Θυμόμαστε τα πράγματα όπως θέλουμε να τα θυμόμαστε. Ο καθένας μας είναι μοναδικός και διαφορετικός, έχουμε όμως κοινά σημεία και όλοι μαζί αποτελούμε, ένα μικρό θραύσμα ενός μεγαλύτερου συνόλου. Πρέπει να είμαστε μεταξύ μας λίγο πιο ανοικτοί, και ο ένας να δέχεται τον άλλον». Όπως δε αποκάλυψε ο Θεόφιλος Τραμπούλης, η ιδέα που καθόρισε την τοποθέτηση των συγκεκριμένων γλυπτών, έξω από το θέατρο, ήταν η καλοκαιρινή “Ορέστεια” και η ιστορία με τις Ερινύες που μέσα από την τέχνη και τη δημοκρατία γίνονται Ευμένιδες.

Στο φουαγιέ του Θεάτρου κυριαρχεί και εντυπωσιάζει το έργο “Dreamscape” που στην πραγματικότητα είναι δύο έργα. Όπως υποδηλώνει και το όνομά του, πρόκειται για ένα ονειρικό τοπίο. Βασίζεται σ’ ένα όνειρο που έβλεπε συνέχεια για μία περίοδο της ζωής της η εικαστικός. Θέλοντας ν’ αποδώσει την αίσθηση που άφηνε το τοπίο του ονείρου, μάζευε για χρόνια βότσαλα της θάλασσας από την ίδια πάντα παραλία (την οποία δεν αποκαλύπτει) και σπασμένα/καμένα κλαδιά από το βουνό και μ’ αυτά τα υλικά, έφτιαξε έναν κήπο, όπου στο εσωτερικό του τοποθέτησε τα ξύλα, σαν να ήταν δένδρα. Φωτογράφισε την εγκατάσταση και στη συνέχεια την τύπωσε στο αρνητικό με το αποτέλεσμα να δημιουργεί μία ονειρική ατμόσφαιρα. .
Κάτω από DreamScape “κυλάει ένα πήλινο ποτάμι από όστρακα“, δηλαδή κομμάτια σπασμένων πήλινων αγγείων, που χρησιμοποιούνται ως γραφική ύλη, όπως γινόταν στην αρχαιότητα. Τα δε όστρακα είναι άμεσα συνυφασμένα με τη λειτουργία της δημοκρατίας. Η Αλεξάνδρα Αθανασιάδη καλεί τους θεατές και τα παιδιά να γράψουν, μ’ έναν μαρκαδόρο, κάτι πάνω στο όστρακο, είτε αυτό είναι μία λέξη, είτε μία ιδέα ή μία σκέψη και να το τοποθετήσουν στο “ποτάμι”. Και όπως αναφέρει «Πολλοί νέοι σημαδεύουν την πόλη με γκράφιτι ή το σώμα τους με τατουάζ. Εδώ έχουν την ευκαιρία να γράψουν κάτι που τους εκφράζει, πάνω στο σπασμένο κομμάτι. Όλα αυτά μαζί μοιάζουν με ένα ποτάμι συλλογικής μνήμης, ένα μονοπάτι αυτογνωσίας. Αυτή ήταν η έμπνευσή μου για το έργο».

Σε όλα τα έργα της Αλεξάνδρας Αθανασιάδη είναι έντονη η ανακυκλωσιμότητα και η «αναγέννηση» των υλικών, τα οποία κουβαλάνε πάνω τους τη φθορά του χρόνου από την προηγούμενη ζωή τους και εκείνη τα μεταμορφώνει σε ενεργά τμήματα ενός νέου συνόλου. Και αυτό ακριβώς είναι ο “Εγκαταλελειμμένος παιχνιδότοπος” που αποτελεί μία δεύτερη πομπή προς την πόλη, φτιαγμένος από παιχνίδια που η εικαστικός έχει βρει πεταμένα στα σκουπίδια και έχει διασώσει, δίνοντάς τους, μία δεύτερη ζωή. Όπως λέει χαρακτηριστικά «οτιδήποτε είναι άχρηστο, για εμένα είναι πολύ γοητευτικό. Δεν δέχομαι το άχρηστο, δέχομαι την μεταμόρφωση. Η εγκατάσταση αυτή συνεχώς αλλάζει και μετατοπίζεται από τα ίδια τα παιδιά τα οποία μαθαίνουν ότι όλα είναι χρηστικά και κάθε τι που κλείνει έναν κύκλο ζωής, επανέρχεται σαν κάτι άλλο».






Εργα της Α. Αθανασιάδη βρίσκονται επίσης στους εσωτερικούς τοίχους του Μπενακείου, όπως ο θρυμματισμένος “Πήγασος“, το “Αλογο στο Γαλάζιο” που θυμίζει τοιχογραφίες του προϊστορικού μινωϊκού πολιτισμού, τα εντυπωσιακά “Άλογα του Μπενάκη” και τρία γραμμικά επιτοίχια. Η δε μεγαλόπρεπη κεφαλή ενός αλόγου, μπροστά από ένα παράθυρο της κεντρικής εισόδου τραβάει αμέσως το βλέμμα του θεατή, είτε αυτός βρίσκεται εντός ή εκτός του κτιρίου, ιδιαίτερα το βράδυ με τα φώτα αναμμένα.
Μπαίνοντας στη βιβλιοθήκη η χαραγμένη φράση “Safety is an illusion“, πάνω σ’ ένα μεγάλο ανοικτό βιβλίο από σίδερο, θέτει προβληματισμούς και ερωτήματα για να καταλήξουμε στο τέλος, όπως λέει χαρακτηριστικά η Αλεξάνδρα Αθανασιάδη, ότι «η ασφάλεια δεν είναι ψευδαίσθηση, αλλά μία κατάκτηση που μπορούμε να επιτύχουμε μόνο μέσα από την κοινή ζωή, την κοινότητα, την πόλη. Άλλωστε αυτό μας έδειξε η εμπειρία της πανδημίας του Covid-19».
Ο δε “Καταρράκτης“, που “πέφτει” από το ταβάνι μίας πλευράς της Βιβλιοθήκης, αποτελούμενος από διάφορα κομμάτια χαρτί με ποιήματα του Καβάφη, τοποθετημένα από παιδιά, συμβολίζει, σύμφωνα με την εικαστικό, τον τρόπο που σκεφτόμαστε, ο οποίος έχει τα χαρακτηριστικά ενός καταρράκτη.
Η “Πομπή προς την Πόλη” είναι μία έκθεση με πολλούς συμβολισμούς και αναφορές που συνδέονται άμεσα, μ’ έναν πρωτότυπο, ευρηματικό και παιγνιώδη τρόπο, με τον ρόλο και τη σημασία της πολιτειότητας που αναδεικνύει το σχολείο. Εκτός από την αισθητική απόλαυση που προσφέρει στους μαθητές, προκαλεί ερωτήματα, προβληματίζει, διδάσκει, εξάπτει την φαντασία, διαπαιδαγωγεί.