Η Αθήνα των πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα, ένα χωριουδάκι στους πρόποδες της Ακρόπολης, μετατράπηκε, μέσα στις επόμενες δεκαετίες, σε μία ευρωπαϊκή πρωτεύουσα με υπέροχα κτίρια, τα οποία έφεραν την υπογραφή γνωστών Ευρωπαίων αρχιτεκτόνων. Πολλά εξ αυτών, για διάφορους λόγους, έπεσαν θύματα στην δαγκάνα της μπουλντόζας και χάθηκαν για πάντα.
Βλέποντας σήμερα κάποιος φωτογραφίες του Ξενοδοχείου «Ακταίον», του Μεγάρου Νεγρεπόντη, του Δημοτικού Θεάτρου Αθηνών και πολλών άλλων, αναπόφευκτα σκέπτεται το πόσο διαφορετική θα ήταν η εικόνα της Αθήνας αν όλα αυτά είχαν διατηρηθεί και πόσο θα ακριβολογούσε η Βέμπο όταν τραγουδούσε «Λόντρα Παρίσι Νιου Γιορκ Βουδαπέστη Βιέννη/ Μπροστά στην Αθήνα καμιά μα καμιά σας δεν βγαίνει».
Όμως ευτυχώς, υπάρχουν και μερικά τα οποία είναι σε άψογη κατάσταση.
Αυτό οφείλεται αποκλειστικά και μόνο σε ιδιώτες, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του εντυπωσιακού, νεογοτθικού ρυθμού Πύργου στο Ιλιον, που βρίσκεται μέσα στην καταπράσινη έκταση 250 στρεμμάτων, γνωστός ως ο Πύργος της Βασίλισσας, η ιδιοκτησία του οποίου ανήκει στην οικογένεια Σερπιέρη και τους απογόνους της.
Ο εν λόγω Πύργος αποτελεί ένα ιστορικό τοπόσημο, σημαντικό σημείο αναφοράς για τον 19ο αιώνα που έφερε την χώρα μας σ’ επαφή με τον ευρωπαϊκό ρομαντισμό και μαζί με τον Εθνικό Κήπο, αποτελεί μείζον δώρο της βασίλισσας Αμαλίας στην Αθήνα.
Η ιστορία του κτήματος αρχίζει από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, τότε που ήταν τούρκικο τσιφλίκι. Μετά την απελευθέρωση πέρασε διαδοχικά σε χέρια Ελλήνων και Άγγλων, μέχρι το 1848 που αγοράστηκε από την βασίλισσα Αμαλία. Γνωστή για την αγάπη που έτρεφε για την γη, αποφάσισε να δημιουργήσει εκεί ένα πρότυπο και σύγχρονο κέντρο γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής.
Προς επίτευξη του σκοπού της αγόρασε και τα διπλανά αγροτεμάχια, προσέλαβε ειδικούς αμπελουργούς, έφερε οικόσιτα ζώα, φυτά, οπωροφόρα δένδρα, ελαιόδενδρα, κυπαρίσσια και ουασιγκτόνιες. Στους έξι φυσικούς λόφους που υπήρχαν γύρω από κτήμα, κατόπιν εντολής της, φτιάχτηκε άλλος ένας, μια και θεωρούσε το νούμερο «επτά» σημαδιακό και έτσι το κτήμα ονομάστηκε «Επτάλοφος», ενώ στον κάθε λόφο έδωσε ονόματα Αργοναυτών.
Στη θέση ενός παλιού πύργου, κτίστηκε ένας καινούργιος, γοτθικού ρυθμού, η ανέγερση του οποίου άρχισε το 1851, αγνώστου μέχρι σήμερα αρχιτέκτονα. Επειδή ο Όθωνας νοσταλγούσε συχνά, τον τόπο που γεννήθηκε η Αμαλία, προσπάθησε ο πύργος αυτός να μοιάζει με τον πύργο του Hochenschwangau της Βαυαρίας, πρώην κατοικία του συζύγου της. Τα εγκαίνια έγιναν τον Αύγουστο του 1854, την ημέρα γενεθλίων του πεθερού της και πατέρα του Όθωνα, Λουδοβίκου, τον οποίο η Αμαλία αγαπούσε ιδιαίτερα και ήθελε μ’ αυτόν τον τρόπο να τιμήσει αλλά και να ευχαριστήσει.
Παρ’ όλα αυτά, το κτήμα δεν συγκινούσε ιδιαίτερα τον Όθωνα, και έτσι η Αμαλία το επισκεπτόταν μόνη της και λέγεται ότι δεν κοιμήθηκε ποτέ εκεί. Όταν πέθανε ο Όθωνας, το κτήμα αγοράστηκε από τον βαρόνο Σίμωνα Σίνα και το 1897 πουλήθηκε στον Γεώργιο Παχύ. Οι δύο του κόρες, Λαυρία και Ελένη, μετά τον θάνατο του πατέρα τους το κληρονόμησαν, κατά το ήμισυ. Η Λαυρία αγόρασε το μερίδιο από την αδελφή της και έτσι μετά τον γάμο της με τον γιο του Σερπιέρη, Φερνινάρδο, το κτήμα πέρασε στην οικογένεια Σερπιέρη. Ο σημερινός ιδιοκτήτης, Ιωάννης Σερπιέρης, είναι ο 5oς απόγονος της οικογένειας του Ιταλού Ιωάννη Βαπτιστή Σερπιέρη (Giovanni Battista Serpieri) που άρχισε να δραστηριοποιείται επαγγελματικά στην Ελλάδα το 1864, με τα μεταλλεία του Λαυρίου.
Με νόμο του μεσοπολέμου, που απαγόρευε τη μεγάλη ακίνητη περιουσία, η οικογένεια Σερπιέρη αναγκάστηκε να παραχωρήσει το μεγαλύτερο μέρος του Κτήματος στο Ελληνικό Δημόσιο και να κρατήσει μόνο 250 στρέμματα.
Ο Πύργος είναι διώροφος, 102 τμ. ο κάθε ένας. Η μεγάλη αίθουσα του πρώτου ορόφου διαθέτει πλούσια, περίτεχνη διακόσμηση στην οροφή και στους τοίχους με το μπλε χρώμα, εμβλήματα, θυρεούς καθώς και ένα υπέροχο παρκέ-μαρκετερί, στο ύφος που σχεδίασε ο Γκαίρντερ τα δάπεδα στα Ανάκτορα της Αθήνας. Τα έπιπλα, είναι ακριβή αντίγραφα των αυθεντικών, μια και εκείνα καταστράφηκαν, όταν ο πύργος είχε επιταχθεί, επί γερμανικής κατοχής. Το μόνο που υπάρχει από τα χρόνια της Αμαλίας είναι ο μπρούτζινος πολυέλαιος με τις 32 θέσεις κεριών. Στο εσωτερικό του Πύργου δεν υπήρχαν τουαλέτες και μαγειρείο. Αυτά βρίσκονταν σε πλαϊνά κτίρια τα οποία διασώζονται μέχρι σήμερα.
Το κτήμα του Πύργου, υπήρξε πρότυπο όχι μόνο στα χρόνια της Αμαλίας αλλά και πολύ αργότερα, με ετικέτες των παραγομένων κρασιών να’ χουν βραβευθεί διεθνώς. Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα της εφημερίδας «Καθημερινή» με ημερομηνία 23 Ιουνίου του 1937 «….Αλλά το σπουδαιότερον προϊόν, που γνωρίζει όλος ο κόσμος είναι τα περίφημα κρασιά της εταιρείας «Πύργου Βασιλίσσης, που έχουν αποκτήσει όχι μόνον πανελλήνιον, αλλά παγκόσμιον φήμην. Δεν υπάρχει ξενοδοχείον, δεν υπάρχει εστιατόριον, δεν υπάρχει κέντρον όπου να μην ακούτε «Τουρ λα Ρεν» ή «Σατώ λα Ρεν»… Εκτός δε από τα κρασιά η Εταιρεία του Πύργου Βασιλίσσης παρήγαγε στο παρελθόν και το εξαιρετικό βερμούτ «Τόρρε”»..
Σήμερα, οι 42 στρεμμάτων έκτασης αμπελώνες με τις ελληνικές ποικιλίες, δίνουν εξαιρετικής ποιότητας βιολογικά επώνυμα κρασιά, «Επτάλοφος», «Ίλιον» και «Μαλαγουζιά», η οινοποίηση των οποίων γίνεται στο διατηρητέο κτίριο του παλιού οινοποιείου με τον σύγχρονο πλέον εξοπλισμό.
Εκτός από αμπέλια, το κτήμα είναι γεμάτο ελιές, φιστικιές, αμυγδαλιές, μουριές, καθώς και αρωματικά βότανα και φυτά, τα οποία πωλούνται, όπως και τα κρασιά, στο πωλητήριο του κτήματος.
Επίσης, υπάρχουν άλογα, κότες και μελίσσια. Η ενοικίαση των στάβλων, εκτός από ένα έσοδο για το κτήμα, δίνει τη δυνατότητα σε ιδιοκτήτες αλόγων να τα αφήνουν μέσα σ’ ένα ιδανικό περιβάλλον είτε για φιλοξενία είτε για προπόνηση προκειμένου αυτά να συμμετάσχουν σε αγώνες.
Η περιβαλλοντική και οικολογική συνείδηση είναι εμφανής παντού μέσα στο κτήμα. Βιολογικές καλλιέργειες, γεωτρήσεις, κομποστοποίηση με τη βοήθεια της οποίας οργανική ύλη (υποπροϊόντα της οινοποίησης, κοπριά αλόγων κ.ά.), μετατρέπεται σε ανόργανα στοιχεία – βιολογικό λίπασμα – απαραίτητα για τα φυτά και τις καλλιέργειες, δηλώνουν την αγάπη και τα τον σεβασμό των ιδιοκτητών για το περιβάλλον αλλά και του υψηλού επιπέδου εκμετάλλευσης του κτήματος.
Σήμερα το κτήμα και ο Πύργος, είναι επισκέψιμα μέσα από προγραμματισμένες ξεναγήσεις. Εκτός αυτών, πραγματοποιούνται λίαν ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις και δράσεις που οργανώνονται από τον κο Β. Κουτσαβλή (πιν-νικ στους κήπους, παρουσιάσεις art de la table, γιορτή των κεριών τα Χριστούγεννα κά), με στόχο ν’αναδείξουν στο κοινό αυτό το κρυμμένο, πανέμορφο ιστορικό στολίδι της Αττικής, η ατμόσφαιρα του οποίου διατηρεί την γοητεία της εποχής του και εξακολουθεί να μαγεύει τους επισκέπτες του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ & ΠΗΓΕΣ
Αδάμη Μάρω Καρδαμίτση, “Ανάκτορα στην Ελλάδα”, Εκδόσεις Μέλισσα, 2009.
Κουτσαβλής Βασίλης, ΠΥΡΓΟΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΗΣ. ΤΟ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ, Εκδ. ΚΑΠΟΝ, Αθήνα, 2023.
http://www.pyrgosvasilissis.gr