«Τώρα, σοβαρά, γιατρέ, μπορώ να κάνω σεξ χωρίς προφύλαξη; Δεν κινδυνεύω να μείνω έγκυος;» με ρώτησε μια ασθενής 49 χρονών.
Τέτοιες και πολλές ακόμα ερωτήσεις αυτού του είδους, μας δείχνουν το έλλειμμα πληροφόρησης που έχει ο κόσμος για το μέχρι πότε πραγματικά μια γυναίκα μπορεί να μείνει έγκυος.
Η σκληρή αλήθεια είναι ότι τα ωάρια μιας γυναίκας φθίνουν σε ποιότητα και αριθμό ήδη από την ηλικία των 29 ετών. Στα 40 ακόμη και με εξωσωματική, μια γυναίκα έχει πιθανότητα γύρω στο 20% να μείνει έγκυος, ενώ μετά τα 44 μένει έγκυος μόνο με δανεικά ωάρια, την γνωστή δωρεά ωαρίων από νεότερη γυναίκα.
Παρόλα αυτά αν μια γυναίκα έχει φυσιολογική μήτρα, μπορεί να μείνει έγκυος μέχρι, θεωρητικά, οποιαδήποτε ηλικία θελήσει, με έμβρυα τα οποία, είτε έχει κατεψυγμένα από παλιά είτε τα έχει δημιουργήσει πρόσφατα με δανεικά ωάρια.
Νομικά στη χώρα μας υπάρχει ο περιορισμός των 54 ετών ως τελευταίο όριο κυοφορίας. Και η πραγματικότητα είναι ότι κάθε χρόνο ο αριθμός των γυναικών με ηλικία μεγαλύτερη των 45 ετών που έρχονται στο Ιατρείο Αναπαραγωγής ή στην μονάδα Εξωσωματικής Γονιμοποίησης αυξάνεται.
Η διαδικασία της Εξωσωματικής που δίνει στα ζευγάρια την χαρά ενός παιδιού ακόμα και σε αυτή την ηλικία, είναι κάτι που σε εμάς στους Γυναικολόγους Αναπαραγωγής δίνει πολύ μεγάλη ικανοποίηση, ειδικά όταν πρόκειται για ανθρώπους που προσπαθούν χρόνια ή για αυτούς που δεν είχαν τον κατάλληλο σύντροφο. Τα ζευγάρια και ειδικά οι μητέρες, βιώνουν απίστευτα συναισθήματα, τα οποία ξεκινούν από το θετικό τεστ κύησης μετά από μια επιτυχημένη θεραπεία εξωσωματικής και κορυφώνονται με τη γέννηση του παιδιού τους μετά από εννιά μήνες.
Γιατί όμως υπάρχει αυτό το όριο των 54 ετών; Πόσο ασφαλές είναι μια γυναίκα να μείνει έγκυος σε αυτή την ηλικία;
Τα Κολέγια Μαιευτικής & Γυναικολογίας, όπως για παράδειγμα το Βρετανικό, θεωρούν ως υψηλού κινδύνου την κύηση οποιασδήποτε γυναίκας είναι άνω των 38 ετών.
Διάφορες επιπλοκές που σχετίζονται με τέτοιες εγκυμοσύνες έχουν να κάνουν με την πιθανότητα πρόωρου τοκετού, ανάπτυξη διαβήτη της κύησης, υπέρτασης και άλλες. Στην πραγματικότητα η πιθανότητα μια γυναίκα να αναπτύξει τέτοια προβλήματα είναι μικρή.
Δηλαδή ακόμα και όταν αυξάνεται ο κίνδυνος αυτός αρκετές φορές, το πιο πιθανό είναι ότι μια γυναίκα ηλικίας 50 ετών δεν θα αντιμετωπίσει κανένα πρόβλημα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της. Εφόσον λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα και πάντα με την σωστή καθοδήγηση γυναικολόγων, ενδοκρινολόγων, παθολόγου και καμιά φορά καρδιολόγου, οι εγκυμοσύνες αυτές ολοκληρώνονται επιτυχώς και χωρίς προβλήματα.
Τελικά η χαρά και η συγκίνηση που βλέπουμε στα μάτια των ζευγαριών που καταφέρνουν να αποκτήσουν ένα παιδί με την διαδικασία της εξωσωματικής είναι μεγάλη, ειδικά όταν αυτό επιτυγχάνεται μετά από προσπάθειες ετών που συνήθως συνοδεύονται με αγωνία, αποτυχίες και μεγάλα οικονομικά έξοδα.
Ένα άλλο επιχείρημα που κανείς θα μπορούσε να αναφέρει σχετικά με την κύηση σε προχωρημένη αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας, είναι το πόσο μεγάλοι θα είναι οι γονείς όταν το παιδί θα είναι για παράδειγμα 20 ετών. Εδώ η απάντηση είναι πολύ εύκολη, καθώς παντού γύρω μας υπάρχουν νεαρά ζευγάρια που συλλαμβάνουν μόνα τους και τα οποία έχουν σημαντικά προβλήματα υγείας όπως καρδιαγγειακά, κακοήθειες, παχυσαρκία, αλλά επίσης κι άλλες συνήθειες οι οποίες είναι πολύ επιβλαβείς για τον οργανισμό, όπως το κάπνισμα.
Με ποιο λοιπόν κριτήριο θα απαγορεύσουμε σε υγιείς γονείς 50 ετών να αποκτήσουν παιδιά; Ενώ αντίθετα δε μας περνάει καν -και σωστά- απ’ το μυαλό να κάνουμε κάτι τέτοιο σε νεότερους γονείς με σημαντικά προβλήματα υγείας;
Οι θεραπείες υπογονιμότητας, σε επίπεδο βιοηθικής, γίνονται προκειμένου να έρθει στον κόσμο ένα παιδί και να του προφέρουμε ζωή. Εφόσον μπορούμε να εξασφαλίσουμε την υγεία της μητέρας και του παιδιού σε στατιστικά σημαντικό ποσοστό, με την σωστή πρόβλεψη και παρακολούθηση προβλημάτων που τυχόν θα εμφανιστούν κατά τη διάρκεια της κύησης, δεν έχουμε πραγματικά κανέναν λόγο, επιστημονικό ή δεοντολογικό, να αρνηθούμε σε ένα ζευγάρι την χαρά της δημιουργίας της οικογένειας.
Αντίθετα, ειδικά στην σημερινή Ελλάδα με το έντονο πλέον δημογραφικό πρόβλημα, είναι υποχρέωση του κάθε Γυναικολόγου Αναπαραγωγής, αλλά και του κράτους, να στηρίζει με κάθε τρόπο, ιατρικό, ηθικό και οικονομικό την εκπλήρωση του ονείρου αυτού για όσα ζευγάρια το επιθυμούν.
Είναι απίστευτα τα συναισθήματα που έχουμε την τύχη να βιώνουμε όλοι όσοι εργαζόμαστε σε αυτόν τον τομέα, γυναικολόγοι, μαίες, εμβρυολόγοι, αναισθησιολόγοι, αλλά και το διοικητικό προσωπικό, κάθε φορά που βλέπουμε τις προσπάθειές μας να επιστεγάζονται με την συγκινητική εικόνα της μητέρας που κρατάει στην αγκαλιά της ένα παιδί που το περίμενε καιρό και το οποίο δεν θα είχε γεννηθεί εάν δεν είχαμε το κατάλληλο νομικό πλαίσιο και την ώριμη κοινωνία που δίνει το δικαίωμα της οικογένειας σε όσα ζευγάρια το επιθυμούν.