Ήθη & Έθιμα Χριστουγέννων: Το Χριστουγεννιάτικο Δένδρο και το Καραβάκι

Χριστούγεννα, μία «μαγική» λέξη που στο άκουσμά της διεγείρονται τρυφερά συναισθήματα, ξυπνάνε γλυκές  αναμνήσεις, και στο μυαλό έρχονται, συνειρμικά, εικόνες, ήχοι αλλά και μυρωδιές από την πιο όμορφη εποχή του χρόνου που όλοι – μικροί και μεγάλοι –   νοσταλγούμε ή περιμένουμε με ανυπομονησία!!!              

Σπίτια, δρόμοι, πλατείες, βιτρίνες στολίζονται, δημιουργώντας ένα γιορτινό, κλίμα χαράς και ευφορίας  που ξετρελαίνει τα παιδιά και μέσα από τα αθώα παιδικά βλέμματά  τους οι μεγάλοι ανακαλύπτομε ξανά την μαγεία των Χριστουγέννων. Και όπως είχε γραφτεί κάπου «Μακάρι να μπορούσαμε να βάλουμε λίγο από το πνεύμα των Χριστουγέννων σε βάζα και ν’ ανοίγαμε ένα κάθε μήνα…».

Πρωταγωνιστής των στολισμών, το χριστουγεννιάτικο δένδρο!!! Γεμάτο πολύχρωμα λαμπιόνια, μπάλες, γιρλάντες, φιόγκους  και παιχνίδια δεσπόζει  σε κεντρικό σημείο ενός σαλονιού, μίας πλατείας, ενός ξενοδοχείου, προσδίδοντας μία νότα ζεστασιάς και θαλπωρής στους εσωτερικούς χώρους αλλά και μία ιδιαίτερη λάμψη στους εξωτερικούς, τραβώντας σαν μαγνήτης  τον κόσμο γύρω απ’ αυτό.

Στην Ελλάδα, το έθιμο στολισμού του χριστουγεννιάτικου δένδρου είναι ξενόφερτο και μας  ήλθε μαζί με τους Βαυαρούς. Το πρώτο στολίστηκε το 1834 στην κατοικία του Οθωνα, στο Ναύπλιο, ενώ το πρώτο της Αθήνας, στήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου του 1843, στο αρχοντικό του προξένου της Ρωσίας, Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου, στην Πλάκα (Κυδαθηναίων 27) με στολίδια ρωσικής προέλευσης.

Το έθιμο αυτό άργησε να διαδοθεί στην χώρα μας. Μέχρι το 1950 στους χριστουγεννιάτικους στολισμούς επικρατούσε το  «καραβάκι», μια παράδοση που προέρχεται από τα νησιά και οφείλεται στην στενή σχέση που είχαν ανέκαθεν οι Ελληνες με την θάλασσα, η οποία επηρέαζε άμεσα την καθημερινότητά τους.

Πριν αρκετές δεκαετίες, ήταν σύνηθες, από κάθε σχεδόν σπίτι ενός νησιού να λείπουν  ο πατέρας, ή ο γιός ή και οι δύο «στα καράβια».  

Η επιστροφή των ναυτικών  από τα ταξίδια αποτελούσε λόγο γιορτής και οι οικογένειές τους στόλιζαν ξύλινες βάρκες για να τους υποδεχθούν και να τους καλωσορίσουν.  Ο στολισμός των βαρκών εξαπλώθηκε και έγινε αγαπημένο έθιμο κατά τη διάρκεια των γιορτών και ιδιαίτερα στις 6 Δεκεμβρίου προς τιμήν του Αγίου Νικολάου, προστάτη των ναυτικών. Τα παιδιά, όταν πήγαιναν, από σπίτι σε σπίτι,  να πουν τα κάλαντα, κρατούσαν συχνά στα χέρια τους ένα χειροποίητο «καραβάκι», φτιαγμένο από ξύλο, στολισμένο με χρωματιστά χαρτιά και κορδέλες και οι νοικοκυραίοι τους το  γέμιζαν με γλυκά και χριστόψωμα.  

Σήμερα, η παράδοση αυτή τείνει ν’ εξαφανιστεί, μιάς και έχει αντικατασταθεί από το έλατο αν και τα τελευταία χρόνια γίνεται μία προσπάθεια αρκετών Δήμων της χώρας, να επαναφέρουν το έθιμο, στολίζοντας στις πλατείες καραβάκια, αντί για έλατα. 

Μερικά από τα έθιμα του Δωδεκαημέρου (διάστημα από παραμονή Χριστουγέννων έως τα Θεοφάνεια), όπως το Χριστόψωμο ή η βασιλόπιττα, που ανήκουν στους εορταστικούς άρτους, έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα, όταν οι άνθρωποι, στην έναρξη των μεγάλων αγροτικών γιορτών, πρόσφεραν άρτο στους θεούς, ώστε να εξασφαλίσουν με μαγικολατρευτικό τρόπο υγεία, δύναμη και εύφορη σοδειά. Η λατρευτική αυτή σημασία και δύναμη του εορταστικού άρτου πέρασε αργότερα και στη χριστιανική θρησκεία.

ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΨΩΜΟ

Το Χριστόψωμο αποτελεί ένα από τα παλαιότερα έθιμα των Χριστουγέννων στην Ελλάδα. Αναλόγως την περιοχή αλλά και τις ασχολίες της αγροτικής οικογένειας, συναντάται σε διάφορες παραλλαγές σχημάτων ή διακόσμησης με κεντήδια και στολίδια από ζυμάρι (ή «πλουμήδια», όπως ονομάζονται).   Αυτά, καθώς επίσης και οι καρποί (αμύγδαλα ή άσπαστα καρύδια) που συμβολίζουν την καρποφορία,  μπαίνουν γύρω από τον σταυρό που είναι  απαραιτήτως χαραγμένος πάνω στην επιφάνεια.  Το χριστόψωμο δεν το κόβουμε  με μαχαίρι, για να μην  «πληγωθεί» με το σίδερο – που συμβολίζει τη δύναμη του κακού – η δύναμη του καλού, που βρίσκεται  μέσα στο ψωμί.

Το χριστόψωμο αναφέρεται και στην ελληνική λογοτεχνία, στο ομότιτλο, πρώτο χριστουγεννιάτικο διήγημα του Α. Παπαδιαμάντη του Α. Παπαδιαμάντη που δημοσιεύθηκε στις 26 Δεκεμβρίου του 1887 στην «Εφημερίς» και αφορά τα όσα τράβηξε μία άτυχη, άτεκνη νύφη, από την κακιασμένη πεθερά της με αποκορύφωμα την προσπάθεια (της πεθεράς) να την δηλητηριάσει, βάζοντας φαρμάκι μέσα στο χριστόψωμο, το οποίο όμως κατά λάθος έφαγε ο ίδιος της ο γιος.

Η ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑ

Η βασιλόπιτα είναι ένας συνδυασμός του εορταστικού άρτου των αρχαίων ελληνικών εορτών και των μειλίχιων προσφορών (από μέλι και αγροτικά ηδύσματα) προς τους νεκρούς ή τους κακούς δαίμονες. Τόσο το έθιμο της βασιλόπιττας όσο και το νόμισμα μέσα σ’ αυτήν παραπέμπουν στη γιορτή  των ρωμαϊκών «Σατουρναλίων» (αγροτικές γιορτές της βλάστησης και της καινούργιας χρονιάς), κατά την διάρκεια των οποίων γίνονταν  θυσίες, συμπόσια, προσφέρονταν δώρα, γλυκά και εκλεγόταν ένας τυχερός, ο «ψευτοβασιλιάς», του εκάστοτε συμποσίου. 

Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτρη Λουκάτο, «την ειδική τελετή γύρω από την πίτα με ίσο ή ιεραρχικό μοίρασμα των κομματιών για την ανέρευση σημαδιού (νομίσματος) την έφεραν στην Ελλάδα οι Φράγκοι με τις Σταυροφορίες. Αυτοί ήταν πιο κοντά στην ρωμαϊκή παράδοση των Σατουρναλίων με τη συμποσιακή εκλογή του ψευτοβασιλιά».

Η ορθόδοξη εκκλησία ενσωμάτωσε το έθιμο αυτό στη θρησκευτική  παράδοση, συνδέοντάς το με την προσωπικότητα του Μεγάλου Βασιλείου και τον τρόπο που αυτός σκέφθηκε να επιστρέψει τα τιμαλφή στους πιστούς της Επισκοπής του, αφού είχε προτείνει να τα συγκεντρώσουν όλα κάπου, προκειμένου να τα γλιτώσει από τις άγριες, ληστρικές  διαθέσεις του Επαρχου της Καππαδοκίας, όπως και το κατάφερε. Μια και δεν μπορούσε μετά να γνωρίζει τι ανήκε σε ποιον, ζήτησε και έφτιαξαν μικρές πίτες μέσα στις οποίες έβαλε ένα κόσμημα ή ένα νόμισμα και τα μοίρασε στους κατοίκους της πόλης. 
Και κατά έναν περίεργο τρόπο, ο καθένας πήρε αυτό που ήταν το δικό του και έτσι ήταν όλοι ευχαριστημένοι.

Το κόψιμο της βασιλόπιτας έχει και μία μαντική σκοπιμότητα, μια και ο άνθρωπος δοκιμάζει την τύχη του, προσπαθώντας, ανάλογα με το αν θα του πέσει το νόμισμα, να μαντέψει πως θα είναι γι’ αυτόν η καινούργια χρονιά. Σύμφωνα με την παράδοση, το κόψιμο κομματιού για τον Χριστό, την Παναγία και το σπίτι, προσδοκάται η εύνοια των Αγίων και η ευτυχία για το σπίτι και τους νοικοκυραίους του.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

Δευτεραίος Αγγελλος,  «Το ψωμί ως δώρο στις κοινωνικές σχέσεις του ελληνικού λαού». Ανάτυπον εκ της επετηρίδος του Κέντρου Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας. Τομ ΚΕ’ (1977/80)

Λουκάτος Σ.Δημήτριος. «Το έθιμο της Βασιλόπιττας». Ανάτυπο. Από τα «Μικρασιατικά Χρονικά», Τόμος 10ος, 1962.  Αθήνα 1962.

NEWSLETTER

Πρωτογενή άρθρα και καινούργιο περιεχόμενο στο email σας κάθε 15 ημέρες

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

Ακολουθήστε το κανάλι μας στο Youtube εδώ

JUST A NUMBER

Εγγραφείτε στο Newsletter μας

Τα πιο ενδιαφέροντα άρθρα στο email σας, κάθε 15 ημέρες!

JUST A NUMBER

Εγραφείτε στο Newsletter μας