Δρ. Αντώνιος Ντακανάλης
MD, MSc, PsyD, PhD, FNASci
Ψυχίατρος – Κλινικός Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Προφήτη Ηλία, ένα ορεινό χωριό κοντά στο Ηράκλειο της Κρήτης. Δημοτικό σχολείο τελείωσα στο χωριό και μετά πηγαινοερχόμουν στο Ηράκλειο για τη Μέση Εκπαίδευση όπως έκαναν όλοι οι συνομήλικοί μου.
Είχα την τύχη να ζήσω χαρούμενα και ανέμελα παιδικά χρόνια, με πολλές βόλτες τα απογεύματα στην πλατεία, ποδήλατο και παιχνίδια στο δρόμο. Κανένας γονιός δεν ανησυχούσε τότε για το παιδί του, γυρίζαμε όλη τη μέρα τα καλοκαίρια αλλά οι γονείς ήταν ήσυχοι γιατί είχαμε το μάτι όλου του χωριού επάνω μας. Θυμάμαι ακόμα τις φέτες καρπούζι που μας φίλευαν, τη μυρωδιά και τη γεύση τους, όπως ακόμα και το πανηγύρι της Παναγιάς της Ρόκας, της Παναγιάς του Βράχου δηλαδή, που γινόταν πάνω στον λόφο κάθε χρόνο στις 8 του Σεπτέμβρη.
Ήμουν πάντα άριστος μαθητής χωρίς ιδιαίτερα διαβάσματα και προσπάθεια. Παρόλο που στην αγροτική οικογένεια που μεγάλωσα η έννοια του εξωσχολικού βιβλίου ήταν από άγνωστη έως περιττή, οι δάσκαλοί μου πάντα με εφοδίαζαν με έξτρα ασκήσεις για το σπίτι και βιβλία για διάβασμα. Τα παιδιά στο χωριό βοηθούσαν τους γονείς τους στο αμπέλι ή στις ελιές. Εγώ ήμουν κάπως αλλιώς…. Ήμουν γιός αμπελουργού και είχα αλλεργία στα αμπελόφυλλα…! Ο πατέρας μου απογοητεύτηκε τελικά και δεν με ξαναπήρε στο αμπέλι όπου βαριόμουν μέχρι θανάτου και με άφηνε, προς μεγάλη μου ευχαρίστηση, σπίτι με τη γιαγιά, η οποία με καλομάθαινε γιατί ήμουν το αγαπημένο από τα έξι της εγγόνια.
Εκεί, στη μικρή κοινωνία του χωριού, ήρθα πρώτη φορά σε επαφή με την ψυχική ασθένεια. Είχαμε ένα γειτονόπουλο, που όλοι το κορόιδευαν και το χτυπούσαν άγρια και αυτός ήταν συνέχεια επιθετικός και ανήσυχος. Δεν ήξερα τι είχε τότε το παιδί αυτό αλλά καταλάβαινα ότι χρειαζόταν υποστήριξη. Δεν μπορούσα να τον υπερασπίσω με μπουνιές γιατί ήμουν μικροκαμωμένος αλλά όταν τους απείλησα όλους ότι δεν θα τους αφήνω να αντιγράφουν στα διαγωνίσματα, σταμάτησαν τις επιθέσεις. Το παιδί αυτό μαζί μου ήταν πάντα καλόβολο. Έτσι διαπίστωσα για πρώτη φορά κάτι το οποίο αργότερα είδα πολλές φορές να γίνεται κλινική πράξη : «Τα παιδιά, τα ζώα και οι ψυχικά ασθενείς προσανατολίζονται αυτόματα στο Καλό». Είδα επίσης πόσο άγριες είναι οι μικρές κοινωνίες όταν έρχονται αντιμέτωπες με το διαφορετικό. Χρόνια αργότερα ήμουν υπεύθυνος στην Ιταλία για ένα πανεθνικό πρόγραμμα καταπολέμησης του στίγματος και των στερεότυπων γύρω από τη ψυχική ασθένεια. Η ζωή κάνει κύκλους.
Τα όρια του χωριού μου έπεφταν στενά και πάντα ήθελα να φύγω. Δούλευα από μαθητής σε τουριστικές υπηρεσίες VIP, ταξίδευα συχνά και γνώρισα πολλούς ανθρώπους από διάφορες χώρες. Ήθελα πάντα να σπουδάσω στο εξωτερικό και όταν μου προτάθηκε να εργαστώ στο χώρο της Μόδας, έφυγα τρέχοντας για την Ιταλία με γνώσεις Ιταλικών 3 μηνών μόνο. Ευγνωμονώ αυτόν τον χώρο, γιατί μου εξασφάλισε το ζην, για να πετύχω, μέσω της εκπαίδευσης, το ευ ζην.
Έφτασα λοιπόν στο Μιλάνο 17 χρονών, όπου και γράφτηκα στην Ιατρική Σχολή, ενώ παράλληλα δούλευα. Τότε, στο Μιλάνο δεν υπήρχαν Έλληνες φοιτητές γιατί οι περισσότεροι πήγαιναν στην Νότια Ιταλία. Δυσκολεύτηκα να βρω σπίτι, γιατί οι Ιταλοί δεν εμπιστεύονταν τους ξένους. Εν πάσει περιπτώσει, τακτοποιήθηκα, ξεκίνησα την Ιατρική με στόχο να προχωρήσω σε ειδικότητα Πλαστικής Χειρουργικής επηρεασμένος από την ενασχόλησή μου στο χώρο της Μόδας.
Βέβαια, η πραγματικότητα με “προσ-γείωσε”: Δεν είχα μόνο αλλεργία στα σταφύλια αλλά και αδεξιότητα στο χέρια, που ο Μαέστρος μου, ο καθηγητής μου, δηλαδή, στο πρώτο έτος διαπίστωσε αμέσως. Μου είπε στο μάθημα της ανατομίας και τον ευγνωμονώ για αυτό: «Βella testa, brutta mano», δηλαδή «Καλό Μυαλό, κακό χέρι». «Έχεις ενσυναίσθηση» μου είπε, «να ασχοληθείς με τη Ψυχιατρική» και αυτό έκανα και δεν το μετάνιωσα ποτέ!
Επειδή εκείνη την εποχή είχα χάσει τον προσανατολισμό μου λόγω της απότομης προσγείωσης, ξεκίνησα σπουδές Ψυχολογίας και Νευροεπιστημών παράλληλα με την Ιατρική. Ολοκλήρωσα τις σπουδές και στα τρία συμπληρωματικά πεδία μελέτης της ανθρώπινης συμπεριφοράς και στη συνέχεια ακολούθησε η ειδικότητα της Ψυχιατρικής και το διδακτορικό. Ευτύχησα να γίνω καθηγητής Ψυχιατρικής και Ψυχοθεραπείας σε ηλικία 34 ετών, ένας από τους νεότερους καθηγητές στην Ευρώπη, γεγονός πρωτοφανές και όχι χωρίς αντιδράσεις από το κατεστημένο λόγω αφενός του νεαρού της ηλικίας και αφετέρου του γεγονότος ότι ήμουν ξένος.
Η εμπειρία μου στο χώρο της Μόδας με ώθησε να ασχοληθώ ιδιαίτερα με τις διατροφικές διαταραχές τόσο ερευνητικά όσο και κλινικά. Είδα πολλά και δεν θα ξεχάσω ποτέ τα λόγια της μητέρας μιας ασθενούς μου με πολύ μεγάλη οικονομική επιφάνεια, η οποία μου εκμυστηρεύτηκε: «Έχω λεφτά να αγοράσω ότι θέλω και το παιδί μου πεθαίνει από την πείνα!»
Κλινικά και ερευνητικά ασχολήθηκα με πολλά αντικείμενα, εκ των οποίων και με την κλινική εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης στη ψυχική υγεία. Ξεκίνησα το 2014 να μιλώ για τις καινοτόμες εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, όταν οι χρηματοδότες δεν μπορούσαν να αντιληφθούν καν τη δυναμική και τη σημασία αυτής της τεχνολογίας που είναι σήμερα στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου και αναπτύσσεται σε εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο με εφαρμογή σε πολλούς τομείς, περιλαμβανομένης της υγείας σωματικής και ψυχικής.
Με τιμήσαν με την εμπιστοσύνη τους ως ασθενείς άνθρωποι από εντελώς διαφορετικά πλαίσια, γεωγραφικά και κοινωνικά: τρόφιμοι του Σωφρονιστικού Ιδρύματος για το οποίο ήταν υπεύθυνη η Κλινική μου όσο και πολιτικοί, ακαδημαϊκοί και διασημότητες από το χώρο των ΜΜΕ και των Επιχειρήσεων. Είδα στην πράξη ότι προβλήματα υπάρχουν παντού και ότι οι άνθρωποι σε έναν περιβάλλον διακριτικότητας, σεβασμού και ενσυναίσθησης εμπιστεύονται και ανθίζουν από όπου και αν προέρχονται.
Aργότερα ταξίδεψα και στη Μαδαγασκάρη, με προτροπή του Πατριάρχου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής, ο οποίος είναι συγχωριανός μου από την Κρήτη, με σκοπό την ίδρυση υγειονομικών μονάδων στο νότιο τμήμα του νησιού και στην εκπαίδευση του προσωπικού. Εκεί, σε ένα από τα φτωχότερα μέρη του κόσμου, είδα τους ανθρώπους να γελάνε το πρωί γιατί ξύπνησαν ζωντανοί, κάτι που γιααυτούς δεν είναι δεδομένο. Είδα όμως και δεισιδαιμονίες και προλήψεις – όταν γεννιούνται δίδυμα, το δεύτερο το σκοτώνουν γιατί το θεωρούν δαιμονισμένο….
Όταν έγινα καθηγητής και ακολουθήσαν οι διακρισεις, τα πράγματα βέβαια βελτιώθηκαν πολύ αλλά η ζωή είναι μια μάχη που δεν τελειώνει ποτέ, ένας πόλεμος που κυριαρχεί και διαφεντεύει τα πάντα, κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας, ολόκληρη την πορεία μας. Το πώς πολεμάμε όμως είναι σημαντικό, γιατί αυτό καθορίζει την ποιότητα του ανθρώπου που είμαστε ή που θα γίνουμε.
Και η δική μου διαδρομή είχε ανηφοριές, κακοτοπιές και αμέτρητες δυσκολίες . Όπως προείπα, εγκαταστάθηκα στην Ιταλία στα 17 μου και εκλέχτηκα καθηγητής στα 34. Όλη η πορεία μια διαρκής μάχη ήταν ή ένας διαρκής πόλεμος με μικρές περιόδους ειρήνης! Και πρώτα από όλα στα ξένα ήμουν Έλληνας και στην Ελλάδα ξένος, μια πικρόχολη αίσθηση που γνωρίζουν καλά όλοι οι Έλληνες της διασποράς.
Τώρα ανοίγω ένα καινούργιο κεφάλαιο στη ζωή μου. Θα ήθελα να γυρίσω πίσω και φιλοδοξώ να κάνω οικογένεια και να μεταφέρω στη πατρίδα μου καινοτόμες ιδέες, την τεχνογνωσία και την εμπειρία που απέκτησα στο εξωτερικό στον ευαίσθητο χώρο της ψυχικής υγείας επ’ αγαθώ της κοινωνίας.
Αυτό είναι για εμένα το νόημα πίσω απ’ όλες μου τις επιλογές, να μπορέσω, από όποιο μετερίζι, να προσφέρω στο συνάνθρωπο μου ένα καλύτερο αύριο και κυρίως σε όποιον υποφέρει και υπολειτουργεί. Έχω πλήρη επίγνωση ότι ότι οι δυσκολίες, τα εμπόδια, οι προκλήσεις και οι μάχες συνεχίζονται. Όμως, η στύψη βγάζει το λάδι και χαμένη μάχη είναι μόνο αυτή που δε δώσαμε ποτέ!